«Κλείνουν είκοσι τέσσερις ώρες που περιμένεις εδώ», μου είπε. «Μ' ενοχλείς! Σου δηλώνω πως αυτή η ιστορία θα έχει πολύ κακό τέλος! Και θάναι εξαιτίας σου! Η υπομονή μου σε σώζει… Νομίζεις πως με παρακολουθείς, απερίγραπτο χαζοπούλι… (κατά λέξη). Εγώ σε παρακολουθώ και ξέρω ακριβώς τι ξέρεις για μένα. Χτες, στο δρόμο των κομμουνάρων σε άφησα ήσυχο. Όμως, σου δηλώνω πως ήταν η τελευταία φορά! Μα την πίστη μου, όλ' αυτά που κάνεις είναι πολύ επιπόλαια και, μα την αλήθεια, αναρωτιέμαι αν καταλαβαίνεις τι σου λέω!»
Ήταν τόσο θυμωμένος που δεν τόλμησα να τον διακόψω. Αφού πήρε μια βαθιά αναπνοή σαν φώκια, συγκεκριμενοποίησε τις φριχτές του σκέψεις, που αντιστοιχούσαν πλήρως στις ανησυχίες μου.
«Ναι. Πρέπει να μάθεις μια για πάντα — μια για πάντα, είπε — τι σημαίνουν τα λόγια μου! Σου ξαναλέω πως με τις επιπολαιότητες σου — γιατί ήδη, η σκιά με το μάλλινο καπέλο σε σταμάτησε κιόλας δυο φορές και, δίχως να ξέρει τι γυρεύεις στα υπόγεια, σε οδήγησε στους διευθυντές, που σε πήραν για φαντασιόπληκτο Πέρση, λάτρη των θεατρικών τρικ και των θεατρικών παρασκηνίων. (Ήμουν και γω εκεί, ναι ήμουν εκεί μέσα στο γραφείο. Ξέρεις πολύ καλά πως βρίσκομαι παντού). Σου λέω λοιπόν, πως με τις επιπολαιότητές σου θα καταλήξουν να υποψιάζονται πως εδώ κάτι συμβαίνει… και τελικά, θ' ανακαλύψουν πως ψάχνεις για τον Ερίκ… και θα θελήσουν κι αυτοί, όπως κι εσύ, να βρουν τον Ερίκ… και θ' ανακαλύψουν το σπίτι της Λίμνης… Και τότε… τόσο το χειρότερο φίλε μου!… Δε θα ευθύνομαι πια για τίποτα!»
Ξεφύσηξε ξανά σαν φώκια.
«Για τίποτα!… Αν τα μυστικά του Ερίκ δεν παραμείνουν μυστικά του Ερίκ, τόσο το χειρότερο για πολλά από τα μέλη της ανθρώπινης φυλής! Αυτά είχα να σου πω χαζοπούλι — κατά λέξη — και θα 'πρεπε να είναι αρκετά. Εκτός κι αν δεν καταλαβαίνεις πια τι σου λέει ο άλλος!…»
Είχε κάτσει στο πίσω μέρος της βάρκας του και χτυπούσε το δάπεδό της με τα τακούνια των παπουτσιών του περιμένοντας την απάντησή μου. Εγώ, πολύ απλά του είπα:
«Δεν είναι για τον Ερίκ που έρχομαι εδώ!…»
«Για ποιον έρχεσαι τότε;»
«Ξέρεις πολύ καλά. Για την Κριστίν Ντααέ!»
Μου απάντησε:
«Έχω κάθε δικαίωμα να συναντιέμαι μαζί της στο σπίτι μου. Μ' αγαπά γι' αυτό που είμαι».
«Δεν είναι αλήθεια», είπα. «Την απήγαγες και την κρατάς αιχμάλωτη!»
«Άκουσε με», μου είπε. «Μου υπόσχεσαι να μην ασχοληθείς ποτέ ξανά με τη ζωή μου αν σου αποδείξω πως μ' αγαπά γι' αυτό που είμαι;»
«Ναι, στο υπόσχομαι», του απάντησα χωρίς να διστάσω, γιατί ήμουν σίγουρος πως ήταν αδύνατον να συμβαίνει κάτι τέτοιο, πως ήταν αδύνατον ν' αγαπά κανείς ένα τέτοιο τέρας.
«Ε, να λοιπόν! Είναι πάρα πολύ απλό!… Η Κριστίν Ντααέ θα βγει από δω όπως και όποτε θέλει και θα ξαναγυρίσει!… Ναι, θα ξαναγυρίσει, γιατί έτσι θα θελήσει, γιατί αυτή θα είναι η επιθυμία της… Θα ξαναγυρίσει μόνη της, γιατί μ' αγαπά γι' αυτό που είμαι!…»
«Α! πολύ αμφιβάλλω αν θα ξανάρθει!… Ωστόσο, έχεις καθήκον να την αφήσεις να φύγει».
«Καθήκον! Απερίγραπτο χαζοπούλι! (κατά λέξη). Δεν είναι καθήκον μου, είναι η θέλησή μου… Θέλω να την αφήσω να φύγει και αυτή θέλει να ξανάρθει… γιατί μ' αγαπά!… Όλ' αυτά, στο λέω… θα τελειώσουν μ' ένα γάμο… ένα γάμο στη Μαντλέν… απίθανο χαζοπούλι! (κατά λέξη). Με πιστεύεις επιτέλους; Αφού σου λέω πως έχω ήδη γράψει τη λειτουργία μου για το γάμο… θα δεις αυτό το Κύριε. …»
Χτύπησε ξανά τα τακούνια των παπουτσιών του στο ξύλο της βάρκας, δημιουργώντας ένα ρυθμικό ήχο που τον συνόδευε με μια σιγανή φωνή τραγουδώντας: « Κύριε!… Κύριε!… Κύριε Ελέησον!… Θα τη δεις… θα τη δεις αυτήν τη λειτουργία!»
«Άκουσε», κατάληξα, «θα σε πιστέψω όταν δω την Κριστίν Ντααέ να βγαίνει από το σπίτι της Λίμνης και να επιστρέφει από μόνη της!»
«Και δε θ' ανακατευτείς ξανά στη ζωή μου; Εντάξει; Καλά λοιπόν… θα τη δεις απόψε το βράδυ… Έλα στο χορό των μεταμφιεσμένων. Η Κριστίν και γω θα πάμε… Μετά, θα πας να κρυφτείς στην αποθήκη και θα δεις πως η Κριστίν, που στο μεταξύ θα 'χει γυρίσει στο καμαρίνι της, δε θα επιθυμεί τίποτα περισσότερο από το να ξαναπάρει το δρόμο των κομμουνάρων».
«Σύμφωνοι!»
Πραγματικά, αν παραβρισκόμουν σε κάτι τέτοιο δε θα 'χα παρά να υποκλιθώ, γιατί ένας πολύ όμορφος άνθρωπος έχει πάντα το δικαίωμα ν' αγαπήσει το φριχτότερο τέρας, ιδιαίτερα όταν, όπως συμβαίνει εδώ, το τέρας αυτό έχει όλη τη γοητεία της μουσικής και ο πολύ όμορφος άνθρωπος είναι μια τραγουδίστρια.
«Και τώρα φύγε! πρέπει να πάω να κάνω τα ψώνια μου!…»
Έφυγα λοιπόν όμως, εξακολουθούσα να σκέφτομαι και ν' ανησυχώ. Σκεφτόμουν: «Πώς θα τελειώσουν όλ' αυτά; Κι ενώ από φύση μου είμαι αρκετά μοιρολάτρης, δεν μπορούσα να μη νιώθω αγωνία στη σκέψη πως ανάλαβα μια τεράστια ευθύνη την ημέρα που έσωσα τη ζωή αυτού του τέρατος, που σήμερα απειλεί πολλά, από τα μέλη της ανθρώπινης φυλής.
Читать дальше