Επειδή το φως του φαναριού ήταν πολύ αδύναμο, τους ήταν πολύ δύσκολο να έχουν μια σωστή αίσθηση του χώρου… έβλεπαν ένα μέρος από τα κλαδιά… μετά μερικά φύλλα… μερικά άλλα… και δίπλα, δε διέκριναν απολύτως τίποτα… τίποτα εκτός από τη φωτεινή δέσμη που έμοιαζε να φωτίζει μόνο τον εαυτό της… Ο Ραούλ γλίστρησε το χέρι πάνω σ' αυτό το τίποτα, πάνω σ' αυτήν τη φωτεινή λουρίδα…
«Κοίτα!» είπε… «ο τοίχος… είναι ένας καθρέφτης!»
«Ναι! Ένας καθρέφτης!» είπε ο Πέρσης φανερά ταραγμένος και πρόσθεσε, περνώντας το χέρι που κρατούσε το πιστόλι πάνω στο ιδρωμένο μέτωπό του:
«Πέσαμε στο δωμάτιο των βασανιστηρίων».
22
ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΩΤΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ ΕΝΟΣ ΠΕΡΣΗ ΣΤΑ ΥΠΟΓΕΙΑ ΤΗΣ ΟΠΕΡΑΣ
Ο ΠΕΡΣΗΣ, έχει γράψει ο ίδιος για το πόσο είχε προσπαθήσει, μάταια μέχρι εκείνη τη νύχτα, να μπει μέσα στην κατοικία της Λίμνης από τη λίμνη, καθώς και για το πώς ανακάλυψε την είσοδο του τρίτου υπογείου και το πώς τελικά ο υποκόμης ντε Σανιύ κι ο ίδιος βρέθηκαν φυλακισμένοι, μαζί με τη σατανική φαντασία του φαντάσματος, μέσα στο δωμάτιο των βασανιστηρίων. Να, λοιπόν, η γραπτή αφήγηση που μας άφησε (κάτω από συνθήκες που θα προσδιορίσουμε αργότερα) και την οποία παραθέτω χωρίς ν' αλλάξω ούτε μια λέξη. Την δίνω έτσι ακριβώς όπως γράφτηκε, γιατί θεώρησα πως δεν έπρεπε να αποσιωπήσω τις προσωπικές περιπέτειες που έζησε ο νταρόγκα γύρω από το σπίτι της Λίμνης, προτού συναντήσει τον Ραούλ. Μπορεί στην αρχή να σας φανεί πως οι περιπέτειες του Πέρση μας απομακρύνουν από το δωμάτιο των βασανιστηρίων. Στην πραγματικότητα όμως, μας βοηθούν να εισχωρήσουμε σ' αυτό με τον καλύτερο τρόπο, γιατί μας ξεκαθαρίζουν πολύ σημαντικά πράγματα και μας εξηγούν μερικές επιφανειακά περίεργες συμπεριφορές του Πέρση, που μπορεί να μας φάνηκαν ακατανόητες.
Ήταν η πρώτη φορά που έμπαινα στο σπίτι της Λίμνης, γράφει ο Πέρσης. Μάταια είχα παρακαλέσει το λάτρη των καταπακτών - έτσι ονομάζαμε εμείς, στην Περσία, τον Ερίκ — να μου ανοίξει τις μυστηριώδεις πόρτες. Η απάντηση του ήταν πάντα αρνητική. Εγώ, που είχα πληρωθεί για να μάθω τα μυστικά του και τα κόλπα του, μάταια είχα προσπαθήσει, με χίλιους δυο τρόπους ν' αποχτήσω τη συγκατάθεσή του. Από τότε που ξαναβρήκα τον Ερίκ στην Όπερα, όπου έμοιαζε να κατοικεί, τον είχα παρακολουθήσει πολλές φορές. Άλλοτε στους διαδρόμους του πάνω μέρους του κτιρίου, άλλοτε στους διαδρόμους των υπογείων, άλλοτε στην όχθη της λίμνης, ενώ αυτός νόμιζε πως ήταν μόνος κι ανέβαινε στη μικρή του βάρκα και κατευθυνόταν στον απέναντι τοίχο. Όμως, η σκιά που τον περιέβαλλε ήταν πάντα πολύ βαθιά κι έτσι δεν μπόρεσα ποτέ να δω το ακριβές σημείο απ' όπου έμπαινε στην κατοικία του. Η περιέργεια, καθώς κι οι υποψίες που μου είχαν προκαλέσει οι συζητήσεις μου μαζί του, μ' έκαναν μια μέρα, που και γω με τη σειρά μου νόμιζα πως ήμουν μόνος, να πάρω τη μικρή βάρκα και να κατευθυνθώ προς το μέρος του τοίχου όπου έβλεπα πάντα να κατευθύνεται ο Ερίκ. Τότε ήταν που ήρθα αντιμέτωπος με τη Σειρήνα η οποία φύλαγε τις όχθες αυτού του τόπου και που παρ' ολίγο η γοητεία της ν' αποβεί μοιραία για μένα. Να πώς έγινε: Δεν είχα προλάβει ν' απομακρυνθώ από την όχθη, όταν η σιωπή που με περιέβαλλε μέχρι τότε ταράχτηκε ανεπαίσθητα από κάτι σαν φύσημα, κάτι σαν μελωδικό φύσημα που απλώθηκε τριγύρω μου. Ήταν ταυτόχρονα μια ανάσα και μια μουσική. Αυτός ο ήχος, λες κι αναδύονταν γλυκά από τα νερά της λίμνης και ήταν λες και βρισκόμουν κάτω από την επήρεια κάπου άγνωστου ναρκωτικού. Αυτός ο ήχος μ' ακολουθούσε, άλλαζε θέση κι αυτός μαζί με μένα και ήταν τόσο όμορφος που δεν μου προξενούσε καμιάν ανησυχία. Αντίθετα, ένιωθα μια μεγάλη επιθυμία να πλησιάσω την πηγή αυτής της γλυκιάς και μαγευτικής αρμονίας κι έσκυβα πάνω απ' τη μικρή μου βάρκα, προς τα νερά, γιατί δεν υπήρχε κανείς άλλος πέρα από μένα. Η φωνή, γιατί τώρα πια ξεχώριζα καθαρά μια φωνή, ήταν δίπλα μου, στην επιφάνεια των νερών. Έσκυβα, όλο έσκυβα, ολοένα και περισσότερο… Η λίμνη ήταν εντελώς ήρεμη και οι αχτίδες του φεγγαριού, που αφού πέρασαν από το κιγκλίδωμα της οδού Σκριμπ ήρθαν να φωτίσουν τη λίμνη, δε με βοηθούσαν να διακρίνω απολύτως τίποτα πάνω στη λεία και μαύρη σαν μελάνι επιφάνεια της λίμνης. Τίναξα κάπως τ' αφτιά μου σε μια προσπάθεια ν' απελευθερωθώ από κάποιον πιθανό βόμβο, όμως αναγκάστηκα να διαπιστώσω πως δεν επρόκειτο για κάποιο βόμβο των αφτιών μου. Κανένας βόμβος δεν μπορούσε να είναι τόσο αρμονικός όσο αυτή η μελωδική ανάσα που με ακολουθούσε και που τώρα πια με έλκυε.
Читать дальше