Τα χιλιάδες μικροσκοπικά κύματα περνούν ανάμεσα στα πόδια τους, ανεβαίνουν πάνω τους, ακάθεκτα. Τότε ο Ραούλ και ο Πέρσης δεν μπορούν πια άλλο να συγκρατήσουν τις κραυγές φρίκης, έκπληξης και πόνου. Δεν μπορούν πια να συνεχίσουν να βρίσκονται σ' επιφυλακή με τα χέρια τους στο ύψος των ματιών — στάση μονομαχίας την ώρα της αναμονής του «Πυρ!». — Τα χέρια τους κατεβαίνουν προς τις γάμπες τους για να διώξουν αυτές τις μικρές φωτεινές νησίδες που κυκλοφορούν πάνω σε κάτι μυτερά πράγματα, κύματα γεμάτα ποδαράκια, δόντια και νύχια που γρατζουνάνε.
Μάλιστα. Ο Ραούλ και ο Πέρσης είναι έτοιμοι να λιποθυμήσουν, όπως ακριβώς συνέβη και με τον πυροσβέστη Παπέν. Όμως, εκείνη τη στιγμή η πύρινη κεφαλή, που άκουσε τα ουρλιαχτά τους, στράφηκε προς το μέρος τους και τους μίλησε:
«Ακίνητοι! Τελείως ακίνητοι!… Και, κυρίως, μη με ακολουθήσετε!… Είμαι εγώ! Ο εξολοθρεφτής των ποντικιών!… Αφήστε με να περάσω με τα ποντίκια μου!…»
Και απότομα η πύρινη κεφαλή, ενώ φώτιζε μπροστά της το διάδρομο, εξαφανίστηκε μέσα στα σκοτάδια. Απλό αποτέλεσμα του τρόπου μεταχείρισης του φαναριού από τον εξολοθρεφτή των ποντικιών, λοιπόν. Λίγο πριν, για να μην τρομάξει τα ποντίκια που βρίσκονταν μπροστά του, είχε στρέψει το φως του φαναριού προς το μέρος του, φωτίζοντας έτσι το κεφάλι του. Τώρα, για να μπορέσει να απομακρυνθεί γρηγορότερα φωτίζει το χώρο μπροστά του.,. Έτσι, απομακρύνεται παρασύροντας μαζί του όλα αυτά τα κύματα από ποντίκια που σκαρφαλώνουν, που στριγγλίζουν, που κάνουν χίλιους δυο ανατριχιαστικούς θορύβους.
Ο Πέρσης και ο Ραούλ, ελεύθεροι πια, τρέμοντας ακόμη, ανασαίνουν μ' ανακούφιση.
«Θα 'πρεπε να θυμηθώ. Ο Ερίκ μου είχε μιλήσει για τον εξολοθρεφτή των ποντικιών», είπε ο Πέρσης… «όμως δεν μου είχε πει πως έχει αυτήν την όψη… και είναι και περίεργο πώς δεν τον έχω συναντήσει ποτέ μέχρι τώρα [8] Ο παλιός διευθυντής της Όπερας κύριος Πέντρο Γκαϊλάρ μια μέρα, στο ακρωτήριο του Άιλ, στο σπίτι της κυρίας Πιέρ Γουλφ, μου είπε για την τεράστια υπόγεια καταστροφή που οφειλόταν στην εισβολή των ποντικών, μέχρι την ημέρα που η διεύθυνση αποφάσισε, έναντι πολύ μεγάλης αμοιβής, ν' αναθέσει την εξολόθρευση τους σε κάποιον που υποστήριζε ότι μπορεί να εξαφανίσει τη μάστιγα, κάνοντας ένα γύρο μέσα στα υπόγεια, κάθε δεκαπέντε μέρες. Από τότε δεν υπάρχουν πια ποντίκια στην Όπερα, εκτός από «τα ποντικάκια», τις μικρές μπαλαρινούλες, του φουαγιέ του χορού. Ο κύριος Γκαϊλάρ πίστευε πως αυτός ο «εξολοθρευτής» είχε ανακαλύψει ένα μυστικό άρωμα που τραβούσε πάνω του τα ποντίκια, όπως το «κοκλεβάν», που μερικοί ψαράδες βάζουν στα πόδια τους, τραβάει τα ψάρια. Έτσι τα μάζευε γύρω του, πάνω του σχεδόν, και τα παρέσερνε σε κάποια υπόγεια όπου τα έπνιγε. Είδαμε τον τρόμο που προκάλεσε η εμφάνιση αυτής της φιγούρας στον πυροσβέστη, τρόμος που έφτασε μέχρι τη λιποθυμία — συζήτηση με τον κύριο Γκαϊλάρ — και για μένα δεν υπήρχε αμφιβολία πως η πύρινη κεφαλή που συνάντησε ο πυροσβέστης ήταν η ίδια που προκάλεσε πανικό στον Πέρση και στον υποκόμη ντε Σανιύ (κείμενα του Πέρση).
. Α! λίγο έλειψε να πιστέψω πως επρόκειτο ξανά για κάποιο κόλπο του τέρατος!…» αναστέναξε… «Όμως, όχι… Δεν έρχεται ποτέ απ' αυτή τη μεριά!»
«Βρισκόμαστε λοιπόν πολύ μακριά από τη λίμνη, έτσι δεν είναι; Μα, πότε επιτέλους, κύριε, θα φτάσουμε στη λίμνη;… Πάμε να φύγουμε! Πάμε στη λίμνη!… Πάμε γρήγορα στη λίμνη! Κι όταν φτάσουμε εκεί, θα φωνάξουμε, θα βροντήξουμε τους τοίχους, θα ουρλιάξουμε!… Η Κριστίν θα μας ακούσει!… Και αυτός θα μας ακούσει!… Και αφού τον γνωρίζετε θα μιλήσετε μαζί του!»
«Παιδί!» έκανε ο Πέρσης… «Αποκλείεται να μπούμε στην κατοικία της Λίμνης από τη λίμνη».
«Γιατί;»
«Γιατί ακριβώς εκεί είναι που το τέρας έχει προετοιμάσει την άμυνά του… Ακόμη και γω ο ίδιος, ποτέ δεν μπόρεσα να φτάσω στην άλλη όχθη!… στην όχθη όπου βρίσκεται το σπίτι!… Έπρεπε πρώτα να διασχίσω τη λίμνη και, πιστέψτε με, η λίμνη είναι καλά φυλαγμένη!… Φοβάμαι πως όλοι αυτοί που έχουν χαθεί στα υπόγεια της Όπερας, παλιοί τεχνικοί, παλιοί «θυρωροί πορτών» που δεν ξανάδαμε ποτέ, απλά, κάποια στιγμή αποπειράθηκαν να διασχίσουν τη λίμνη… Είναι τρομερό… Παρά λίγο να χαθώ και γω… Αν το τέρας δε με είχε αναγνωρίσει εγκαίρως… Σας δίνω μια συμβουλή, κύριε, μην πλησιάσετε ποτέ στη λίμνη… Και πάνω απ' όλα: βουλώστε τ' αφτιά σας αν τύχει κι ακούσετε τη φωνή της σειρήνας να τραγουδά το Φωνή κάτω από τη λίμνη».
«Μα τότε», είπε ο Ραούλ μέσα σ' ένα παραλήρημα ανυπομονησίας και οργής, «τότε τι κάνουμε εδώ;… Αν εσείς δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα για την Κριστίν, αφήστε τουλάχιστον εμένα να προσπαθήσω για χάρη της».
Читать дальше