Όμως, δε χάρηκαν για πολύ τη μοναξιά τους…
Τώρα, άλλες σκιές κατέβαιναν τον ίδιο δρόμο που λίγο πριν είχαν ανέβει οι «θυρωροί των πορτών». Η κάθε μια από αυτές τις σκιές κρατούσε κι από ένα φανάρι… που κουνούσε πέρα δώθε, πάνω, κάτω, εξετάζοντας το γύρω χώρο… Ήταν φανερό πως έψαχναν για κάτι ή για κάποιον.
«Διάβολε!» μουρμούρισε ο Πέρσης… «δεν ξέρω τι ψάχνουν, όμως μπορεί να μας δουν… ας φύγουμε από δω γρήγορα!… Κύριε, μην ξεχνάτε να είστε πάντα σ' επιφυλακή! Έτοιμος να πυροβολήσετε αν χρειαστεί! Λυγίστε λίγο περισσότερο το χέρι σας! Έτσι μπράβο… Το χέρι πρέπει να βρίσκεται στο ύψος του ματιού σαν να είσατε σε μονομαχία και περιμένετε από στιγμή σε στιγμή το σύνθημα για να πυροβολήσετε! Αφήστε λοιπόν το πιστόλι στην τσέπη σας… Γρήγορα, ας κατέβουμε. (Τράβηξε τον Ραούλ μέχρι το τέταρτο υπόγειο)…στο ύψος του ματιού!… Είναι ζήτημα ζωής και θανάτου!… Ελάτε από δω, απ' αυτή τη σκάλα! (Έφτασαν στο πέμπτο υπόγειο)…Α! κύριε! Τι μονομαχία! Τι μονομαχία!…»
Ο Πέρσης, ανάσανε μόνο όταν έφτασε στο πέμπτο υπόγειο. Τώρα, έμοιαζε να νιώθει κάπως περισσότερο ασφαλής από πριν, τότε που είχαν σταματήσει στο τρίτο υπόγειο, ωστόσο, εξακολουθούσε νάναι πάντα σ' επιφυλακή!…
Ο Ραούλ εντυπωσιάστηκε — και πάλι — δίχως ωστόσο να κάνει κανένα απολύτως σχόλιο, αφού άλλωστε δεν ήταν η καταλληλότερη ώρα για κάτι τέτοιο. Εντυπωσιάστηκε λοιπόν σιωπηλά απ' αυτήν την εκπληκτική αίσθηση αυτοάμυνας που τον διακατείχε και που εκφραζόταν με το να 'χει το πιστόλι στην τσέπη του ενώ ταυτόχρονοι το χέρι του ήταν πάντα έτοιμο να πυροβολήσει λες και κρατούσε το πιστόλι, στο «ύψος του ματιού», θέση αναμονής για το σύνθημα «Πυρ!» στις μονομαχίες της εποχής.
Σχετικά μ' αυτό, ο Ραούλ θυμήθηκε τα λόγια του Πέρση: «Είναι πιστόλια για τα οποία είμαι σίγουρος!»
Του φάνηκε παραπάνω από λογικό ν' αναρωτηθεί: «Τι μπορεί να τον ενδιαφέρει η σιγουριά για ένα πιστόλι που δεν πρόκειται να χρησιμοποιήσει;»
Όμως, ο Πέρσης σταμάτησε τους συλλογισμούς του. Κάνοντάς του νόημα να μείνει στη θέση του, ανέβηκε μερικά σκαλιά στη σκάλα που μόλις είχαν κατέβει. Μετά, πολύ γρήγορα, πήγε κοντά στον Ραούλ.
«Είμαστε ηλίθιοι», του σφύριξε στ' αφτί. «Σύντομα θα ξεφορτωθούμε τις σκιές με τα φανάρια… Είναι οι πυροσβέστες, που κάνουν τη συνηθισμένη τους περιπολία [6] Εκείνη την εποχή, οι πυροσβέστες είχαν ακόμη ως αποστολή τους, πέρα από το να συμμετέχουν στις παρελάσεις, να φροντίζουν για την ασφάλεια της Όπερας. Όμως, από τότε αυτή η υπηρεσία καταργήθηκε. Όταν ρώτησα τον κύριο Πέντρο Γκαϊλάρ για το λόγο, μου απάντησε «επειδή φοβηθήκαμε μήπως, εξαιτίας της πλήρους άγνοιας που είχαν για τα υπόγεια της Όπερας, βάλουν φωτιά.
».
Οι δυο άντρες παράμειναν σε στάση αναμονής, τουλάχιστον για πέντε ατελείωτα λεπτά. Μετά, ο Πέρσης τράβηξε και πάλι τον Ραούλ προς τη σκάλα που μόλις είχαν κατέβει. Αλλά, ξαφνικά με μια του κίνηση, τον διέταξε να ξαναμείνει ακίνητος.
…Μπροστά τους κάτι έμοιαζε να ταράζει το σκοτάδι.
«Πέστε μπρούμυτα», ψιθύρισε ο Πέρσης.
Οι δυο άντρες ξάπλωσαν στο δάπεδο.
Μόλις που πρόλαβαν.
…Μια σκιά, που αυτή τη φορά δεν κρατούσε κανένα φανάρι,… απλά μια σκιά περνούσε μέσα στη σκιά.
Πέρασε από δίπλα τους, σχεδόν τους άγγιξε.
Ένιωσαν στα πρόσωπα τους το ζεστό αέρα από το παλτό του… Γιατί, μπόρεσαν να διακρίνουν πως η σκιά φορούσε ένα παλτό που την τύλιγε από την κορφή μέχρι τα νύχια. Στο κεφάλι είχε ένα μαλακό μάλλινο καπέλο.
…Απομακρύνθηκε περπατώντας ξυστά στους τοίχους, στους οποίους, που και που, έδινε καμιά μικρή κλοτσιά.
«Ουφ!» αναστέναξε ο Πέρσης… «τη γλυτώσαμε… Αυτή η σκιά με ξέρει και ήδη μ' έχει πάει δυο φορές στους διευθυντές».
«Είναι κάποιος από την αστυνομία του θεάτρου;» ρώτησε ο Ραούλ.
«Κάποιος πολύ χειρότερος!» απάντησε ο Πέρσης χωρίς να δώσει άλλες εξηγήσεις [7] Ο συγγραφέας, όπως άλλωστε και ο Πέρσης, δεν έδωσε άλλες εξηγήσεις πάνω στην εμφάνιση τούτης της σκιάς. Ενώ όλα σ' αυτήν την ιστορική υπόθεση, παρά την αφύσικη μερικές φορές εξέλιξη των γεγονότων, βρίσκουν τη λογική τους εξήγηση, ο συγγραφέας επίτηδες δε θα εξηγήσει ποτέ στον αναγνώστη τι ήθελε να πει ο Πέρσης μ' αυτήν τη φράση: «Είναι κάποιος πολύ χειρότερος!» (από κάποιον αστυνομικό του θεάτρου). Ο αναγνώστης θα πρέπει να το μαντέψει μόνος του, γιατί ο συγγραφέας υποσχέθηκε στον πρώην διευθυντή της Όπερας κύριο Πέντρο Γκαϊλάρ,να κρατήσει μυστική την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και χρήσιμη προσωπικότητα της φευγαλέας σκιάς με το παλτό, που ενώ ήταν καταδικασμένη να ζει στα υπόγεια της Όπερας, προσέφερε πολύτιμη βοήθεια σε όσους, τις βραδιές των γκαλά για παράδειγμα, τολμούν να βρίσκονται στα επάνω πατώματα. Αναφέρομαι σε κρατικές υπηρεσίες και λόγω τιμής δεν μπορώ να πω τίποτα παραπάνω.
. «Δε φαντάζομαι νάταν α υτός;»
Читать дальше