Και πρόσθεσε:
«Αυτό πρέπει να γίνει απόλυτα κατανοητό, αλλιώς δεν εγγυούμαι πλέον για τίποτα! Είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Τώρα, σιωπή κι ακολουθήστε με!»
Βρισκόντουσαν στο δεύτερο υπόγειο. Ο Ραούλ, στο φως μερικών ακίνητων φαναριών που υπήρχαν εδώ και κει, έβλεπε ένα απειροελάχιστο μέρος αυτής της αλλόκοτης, εξαίσιας αβύσσου, που είναι ταυτόχρονα διασκεδαστική σαν παιδικό παιχνίδι και τρομαχτική σαν βάραθρο. Έβλεπε ένα απειροελάχιστο μέρος από τα υπόγεια της Όπερας.
Είναι καταπληκτικά και είναι πέντε.
Ανταποκρίνονται στις σκηνικές ανάγκες. Σ' αυτά τα υπόγεια υπάρχουν όλες οι καταπακτές και τα ανοίγματα που χρειάζονται για να εμφανιστούν ή να εξαφανιστούν τα σκηνικά. Σκαλωσιές που υποβαστάζουν τις διάφορες καταπακτές. Πάσσαλοι φτιαγμένοι από μέταλλο ή από πέτρα, και διάφορα καλούπια σχηματίζουν σειρές σαν φράχτες, που αφήνουν όμως ένα πέρασμα για τα διάφορα σκηνικά τρικ. Όλ' αυτά τα «μηχανήματα» και εργαλεία τα συγκρατούν με σιδερένιους γάντζους, ανάλογα με τις ανάγκες της στιγμής. Τα υπόγεια είναι γεμάτα από τροχαλίες, τάμπουρα και μοχλούς, που χρησιμεύουν για τη μεταφορά μεγάλων σκηνικών ή για τις αλλαγές των σκηνικών και, καμιά φορά, για τις διάφορες εξαφανίσεις των προσώπων της θεατρικής παράστασης. Οι κύριοι Χ., Ψ. και Ω., που έκαναν μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη του έργου του Γκαρνιέ, λένε πως χάρη σ' αυτά τα υπόγεια μπορούν να μεταμορφώνονται τα τέρατα σε ωραίους καβαλάρηδες, κι οι φρικαλέες μάγισσες σε γοητευτικές νεράιδες. Ο Σατανάς έρχεται απ' αυτά τα υπόγεια όπου και χάνεται ξανά. Από δω ξεπετιούνται οι φλόγες της Κόλασης, από δω ακούγονται οι χορωδίες των δαιμόνων.
…Και τα φαντάσματα, εδώ κυκλοφορούν σαν στο σπίτι τους…
Ο Ραούλ ακολουθούσε τον Πέρση υπακούοντας κατά λέξη στις συμβουλές του, δίχως να προσπαθεί καν να καταλάβει το νόημά τους… αφού η μόνη του ελπίδα ήταν αυτός.
…Πραγματικά, τι θα έκανε μέσα σ' αυτό το χάος δίχως το σύντροφό του; Θα ήταν αναγκασμένος, κάθε λίγο και λιγάκι να σταματά μπρος στα δοκάρια και τα σκοινιά που θα 'βρίσκε μπροστά του. Θα χανόταν μέσα σ' αυτόν το γιγαντιαίο ιστό αράχνης.
Αλλά, ακόμη κι αν κατάφερνε να τα βγάλει πέρα μ' όλ' αυτά τα σκοινιά και τα εργαλεία, που αδιάκοπα πολλαπλασιαζόντουσαν μπροστά τους, θα κινδύνευε ανά πάσα στιγμή να καταποντιστεί σε κάποια απ' αυτές τις καταπακτές που κάθε τόσο άνοιγαν μπροστά του και που το βλέμμα του δεν μπορούσε καν να υπολογίσει το βάθος τους!
…Κατέβαιναν… Κατέβαιναν κι άλλο…
Τώρα, βρισκόντουσαν στο τρίτο υπόγειο. Η πορεία τους εξακολουθούσε κάθε τόσο να φωτίζεται από κάποιο μακρινό φανάρι…
Όσο πιο πολύ κατέβαιναν τόσο περισσότερες προφυλάξεις έπαιρνε ο Πέρσης… Δε σταματούσε να γυρνά πίσω, προς τον Ραούλ και να του υπενθυμίζει να κρατά την κατάλληλη στάση, δείχνοντάς του πώς ο ίδιος είχε τοποθετημένο το χέρι του, που τώρα ήταν άοπλο, στο ύψος του ματιού, σαν νάταν έτοιμος να πυροβολήσει…
Ξάφνου, μια βροντερή φωνή τους έκανε ν' ακινητοποιηθούν. Κάποιος από πάνω τους ούρλιαζε:
«Να έρθουν αμέσως στο πλατό όλοι οι φύλακες πορτών. Τους ζητά ο κύριος αστυνόμος!»
Άκουσαν βήματα και είδαν σκιές να γλιστρούν μέσ' στη σκιά. Ο Πέρσης είχε τραβήξει τον Ραούλ πίσω από ένα τρίποδο. Είδαν να περνούν κοντά τους, από πάνω τους, γέροντες καμπουριασμένοι από τα χρόνια και τα παμπάλαια φορτία των σκηνικών της Όπερας. Μερικοί, μόλις που μπορούσαν να περπατήσουν… άλλοι, από συνήθεια είχαν σκυμμένη την πλάτη και τα χέρια προτεταμένα, αναζητώντας κάποια πόρτα για να την κλείσουν.
Γιατί, αυτοί οι γέροντες δεν ήταν άλλοι από τους φύλακες των πορτών… Παλιοί εργάτες, ανίκανοι πια για δουλειά, που κάποια φιλάνθρωπη διοίκηση τους λυπήθηκε. Έτσι, τους έκανε «θυρωρούς πορτών» των υπογείων και των ανωγείων… Πηγαινοερχόντουσαν ασταμάτητα πάνω κάτω, κλείνοντας τις πόρτες — γι' αυτό και εκείνη την εποχή τους ονόμαζαν και «κυνηγούς ρευμάτων».
Είναι γνωστό πως τα ρεύματα κάνουν πολύ κακό στη φωνή [5] Ο κύριος Πέντρο Γκαϊλάρ, μου διηγήθηκε ο ίδιος πως είχε δημιουργήσει και θέσεις «θυρωρών πορτών» για τους παλιούς τεχνικούς που δεν ήθελε να διώξει.
.
Ο Πέρσης κι ο Ραούλ ευχαριστήθηκαν πολύ μ' αυτό το συμβάν, γιατί έτσι γλύτωναν από ανεπιθύμητες συναντήσεις. Βλέπετε, μερικοί απ' αυτούς τους «θυρωρούς», είτε από τεμπελιά είτε από ανάγκη, έμεναν συνέχεια στην Όπερα, ακόμη και τη νύχτα. Δεν ήταν διόλου απίθανο, μέσ' στα σκοτάδια, να σκοντάψουν πάνω τους, να τους ξυπνήσουν κι έπειτα να 'χουν να δίνουν εξηγήσεις. Ευτυχώς, η ανάκριση του κυρίου Μιφρουά προφύλασσε προς το παρόν τους δυο συντρόφους από τέτοια κακά συναπαντήματα.
Читать дальше