«Για κάποια καινούργια φαντασίωση που προκάλεσε το φάντασμα! Α! κύριε ντε Σανιύ», συνέχισε έχοντας πάντα το χέρι του πάνω στον καθρέφτη… «Μακάρι να 'χαμε να κάνουμε μ' ένα φάντασμα! Θα μπορούσαμε τότε ν' αφήσουμε στο κουτί τους τα πιστόλια μας!… Αφήστε το καπέλο σας, σας παρακαλώ… εκεί… και τώρα κλείστε το φράκο σας όσο καλύτερα μπορείτε… σαν και μένα… κατεβάστε τα ρεβέρ… ανασηκώστε το γιακά… πρέπει να γίνουμε αόρατοι…»
Αφού έμεινε για λίγο σιωπηλός, πρόσθεσε, καθώς έσκυβε πάνω στον καθρέφτη:
«Η απελευθέρωση του μοχλού, όταν πιέζεται το ελατήριο από το εσωτερικό του καμαρινιού, αργεί να έχει αποτέλεσμα. Δε συμβαίνει το ίδιο όταν η πίεση ασκείται πίσω απ' τον τοίχο, γιατί τότε μπορεί κανείς να επέμβει άμεσα στο μοχλό. Τότε ο καθρέφτης γυρνά αμέσως και με μεγάλη ταχύτητα…» «Ποιο μοχλό;» ρώτησε ο Ραούλ.
«Μα, αυτόν που κάνει ν' ανασηκώνεται όλο το πανό του τοίχου σε μια βάση! Δεν νομίζω να φαντάζεστε πως μετακινείται μόνο του, ως δια μαγείας!»
Ο Πέρσης τραβά το ένα χέρι του Ραούλ πάνω του ενώ εξακολουθεί ν' ακουμπά με το άλλο (αυτό που κρατούσε το πιστόλι) κόντρα στον καθρέφτη.
«Τώρα θα τα καταλάβετε όλα, αν προσέξετε. Ο καθρέφτης θα ανασηκωθεί μερικά χιλιοστά και μετά θα μετακινηθεί μερικά χιλιοστά από τ' αριστερά προς τα δεξιά. Τότε θα έχει τοποθετηθεί πάνω σε μια βάση και θα γυρίσει εντελώς. Ο μοχλός είναι σπουδαίο πράγμα! Μ' ένα μοχλό, ένα παιδί, μπορεί με το μικρό του δαχτυλάκι να μετακινήσει ένα ολόκληρο σπίτι… Όταν ένα πανό τοίχου, όσο βαρύ κι αν είναι, έχει μετακινηθεί με το μοχλό, σε μια περιστρεφόμενη βάση, είναι σαν να μη ζυγίζει παραπάνω από ένα πούπουλο».
«Δε γυρνά!» είπε ο Ραούλ ανυπόμονα.
«Ε! κάντε λίγη υπομονή! Έχετε καιρό για ν' ανυπομονείτε, κύριε! Ή έχει μπλοκάρει ο μηχανισμός ή το ελατήριο δε λειτουργεί πια».
Ο Πέρσης, αρχίζει ν' ανησυχεί.
«Όμως, μπορεί να συμβαίνει, κάτι άλλο».
«Τι άλλο λοιπόν μπορεί να συμβαίνει, κύριε;»
«Μπορεί απλούστατα να έκοψε το σκοινί του μοχλού κι έτσι να ακινητοποίησε το σύστημα…»
«Γιατί; Αφού δεν μπορεί να ξέρει πως θα ερχόμασταν…»
«Ίσως το υποψιάστηκε, γιατί ξέρει πως εγώ γνωρίζω το σύστημα».
«Αυτός σας το έδειξε;»
«Όχι! Εγώ έψαξα, ακολουθώντας τον, παραξενεμένος από τις μυστηριώδεις εξαφανίσεις του, και το ανακάλυψα. Ω! Είναι το απλούστερο σύστημα για τα κρυφά ανοίγματα! Είναι ένας μηχανισμός παλιός όσο το ιερό παλάτι των Θηβών με τις εκατό πόρτες, παλιός όσο και ο τρίποδας των Δελφών».
«Δε γυρνά κύριε! Σκεφτείτε την Κριστίν! την Κριστίν!…»
Ο Πέρσης είπε ψυχρά:
«Θα κάνουμε ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν!… όμως, να ξέρετε πως αυτός μπορεί να μας σταματήσει ανά πάσα στιγμή!»
«Είναι λοιπόν ο άρχων των τοίχων;»
«Κυριαρχεί στους τοίχους, στις πόρτες, στις καταπακτές. Εμείς, τον αποκαλούμε μ' ένα όνομα που σημαίνει: λάτρης των καταπακτών».
«Έτσι μου μίλησε και η Κριστίν… με το ίδιο μυστήριο, αποδίδοντάς του την ίδια δύναμη… Μα όλα αυτά μου φαίνονται απίστευτα!… Γιατί τούτοι οι τοίχοι να υπακούουν μόνο σ' εκείνον; Μήπως τους έχτισε αυτός;»
«Μάλιστα, κύριε!»
Και καθώς ο Ραούλ τον κοίταξε ταραγμένος, ο Πέρσης του έκανε νόημα να σωπάσει και μετά του έδειξε τον καθρέφτη… Ήταν κάτι σαν μια τρεμάμενη αντανάκλαση. Η διπλή τους εικόνα τρεμούλιασε σαν σε ταραγμένο νερό και μετά ακινητοποιήθηκε ξανά.
«Βλέπετε, κύριε, πως δε γυρνά, τελικά… Ας πάμε απ' αλλού!»
«Απόψε δεν υπάρχει άλλος τρόπος!» δήλωσε με μια ιδιαίτερα πένθιμη φωνή ο Πέρσης… «και τώρα προσοχή! κι ετοιμαστείτε να τραβήξετε!»
Έτεινε το πιστόλι του προς τον καθρέφτη. Ο Ραούλ τον μιμήθηκε. Ο Πέρσης, με το ελεύθερο χέρι, τράβηξε τον νέο άντρα πάνω στο στήθος του και ξαφνικά, ο καθρέφτης γύρισε μέσα σε μια εκτυφλωτική λάμψη. Γύρισε, σαν τις περιστρεφόμενες πόρτες που χρησιμοποιούν τώρα στα δημόσια κτίρια… γύρισε, παρασύροντας τον Ραούλ και τον Πέρση, μεταφέροντάς τους απότομα από το πιο εκτυφλωτικό φως στο πιο βαθύ σκοτάδι.
21
ΣΤΑ ΥΠΟΓΕΙΑ ΤΗΣ ΟΠΕΡΑΣ
«ΤΟ χέρι ψηλά, νάστε έτοιμος να πυροβολήσετε ανά πάσα στιγμή!» επαναλάμβανε ο σύντροφος του Ραούλ.
Πίσω τους, ο τοίχος συνέχισε να γυρνά, έκανε έναν ολόκληρο κύκλο και ξανάκλεισε.
Οι δυο άντρες έμειναν για μερικά λεπτά ακίνητοι, κρατώντας και την αναπνοή τους ακόμα.
Μέσα στο σκοτάδι βασίλευε απόλυτη σιωπή.
Τελικά, ο Πέρσης αποφάσισε να κινηθεί και ο Ραούλ τον άκουσε που έπεσε στα γόνατα, ψάχνοντας με τα χέρια του να βρει κάτι.
Ξάφνου, μπρος στο νέο άντρα, το σκοτάδι φωτίστηκε λίγο από ένα μικρό φανάρι και ο Ραούλ ενστιχτώδικα τραβήχτηκε προς τα πίσω, λες για ν' αποφύγει την ανάκριση ενός μυστικού εχθρού. Δεν άργησε να καταλάβει βέβαια πως το φως ανήκε στον Πέρση. Ο μικρός κόκκινος δίσκος περιπλανιόταν δειλά στα τοιχώματα, ψηλά, χαμηλά, τριγύρω τους. Ο Ραούλ σκεφτόταν πως από κει θα 'πρεπε να 'χε περάσει και η Κριστίν την ημέρα που ακολούθησε τον Άγγελο της μουσικής. Αυτός θα 'πρεπε νάναι ο συνηθισμένος δρόμος που 'κανε ο Ερίκ για να έρθει μέσα από τους τοίχους να αιφνιδιάσει την Κριστίν και να εκμεταλλευτεί την αθωότητα και την καλή της πίστη. Και ο Ραούλ, που θυμόταν τα λόγια του Πέρση, σκέφτηκε πως με κάποιο μυστηριώδη τρόπο, τούτον το δρόμο τον είχε φτιάξει το ίδιο το φάντασμα. Αργότερα θα μάθαινε πως απλά, ο Ερίκ είχε ανακαλύψει τον κρυφό διάδρομο και πως για καιρό ήταν ο μόνος που γνώριζε την ύπαρξή του. Ο διάδρομος είχε κατασκευαστεί την εποχή της Κομμούνας του Παρισιού, για να μπορούν οι δεσμοφύλακες να οδηγούν κατευθείαν τους φυλακισμένους τους στα κελιά που υπήρχαν στα υπόγεια. Οι ομοσπονδιακοί, είχαν καταλάβει το κτίριο αμέσως μετά τις 18 Μάρτη. Το πάνω τμήμα του το χρησιμοποιούσαν ως ορμητήριο των προπαγανδιστών, που είχαν αναλάβει να μεταφέρουν σε όλα τα διαμερίσματα της πόλης του Παρισιού τις εμπρηστικές τους διακηρύξεις, και το κάτω μέρος του σαν κρατικές φυλακές.
Читать дальше