«Κύριε, αρκετά μιλήσαμε για το φάντασμα. Ας μιλήσουμε τώρα λίγο και για σας, αν συμφωνείτε φυσικά. Επρόκειτο να απαγάγετε σήμερα το βράδυ την Κριστίν Ντααέ;»
«Μάλιστα, κύριε αστυνόμε».
«Είχατε κάνει όλες τις σχετικές προετοιμασίες;»
«Μάλιστα, κύριε αστυνόμε».
«Το αμάξι που σας έφερε, μετά θα σας έπαιρνε και τους δυο. Ο αμαξάς είχε προειδοποιηθεί… Η διαδρομή είχε κανονιστεί από τα πριν… Κι επιπλέον, είχαν κανονιστεί και τα μέρη που θα σταματούσατε για ν' αλλάξετε άλογα…»
«Μάλιστα, κύριε αστυνόμε».
«Πάντως, το αμάξι σας εξακολουθεί να βρίσκεται έξω από την Όπερα, κοντά στη Ροτόντα και να περιμένει διαταγές σας, έτσι δεν είναι;»
«Μάλιστα, κύριε αστυνόμε».
«Ξέρετε ότι δίπλα στο δικό σας υπήρχαν κι άλλα τρία αμάξια;»
«Όχι, δεν πρόσεξα καθόλου…»
«Ήταν τ' αμάξια της δεσποινίδας Σορέλι, η οποία δεν μπόρεσε να βρει θέση στην αυλή της διοίκησης, της Καρλότας και του αδελφού σας, του κόμη ντε Σανιύ…»
«Είναι πιθανό…»
«Αυτό πάντως που είναι σίγουρο, είναι πως το δικό σας αμάξι, της Καρλότας και της Σορέλι βρίσκονται πάντα εκεί, ενώ το αμάξι του αδελφού σας έχει εξαφανιστεί…»
«Τι σχέση έχει αυτό, κύριε αστυνόμε;»
«Μα, συγνώμη! Ο αδελφός σας δεν ήταν αντίθετος στο γάμο σας με την Κριστίν Ντααέ;»
«Αυτό είναι κάτι που αφορά μόνο την οικογένεια».
«Μου απαντήσατε… ήταν αντίθετος λοιπόν σ' αυτόν τον γάμο… γι' αυτό και σεις θέλατε να απαγάγετε την Κριστίν Ντααέ, έτσι ώστε να μην μπορεί να παρέμβει ο αδελφός σας… Λοιπόν, κύριε ντε Σανιύ, επιτρέψτε μου να σας πληροφορήσω πως ο αδελφός σας υπήρξε περισσότερο δραστήριος από σας!… Απήγαγε αυτός τελικά την Κριστίν Ντααέ!»
«Ω!» αναστέναξε ο Ραούλ, ακουμπώντας το χέρι του στην καρδιά του, «δεν είναι δυνατόν… Είσαστε σίγουρος;»
«Αμέσως μετά την απαγωγή της καλλιτέχνιδας, η οποία οργανώθηκε με τη συμμετοχή άλλων, που προς το παρόν αγνοούμε, μπήκε μέσα στο αμάξι του, το οποίο άρχισε να τρέχει σαν τρελό προς το Παρίσι, να διασχίζει σαν τρελό το Παρίσι».
«Διέσχισε το Παρίσι; Τι θέλετε να πείτε;»
«Θέλω να πω, πως μετά βγήκε έξω απ' το Παρίσι…»
«Έξω απ' το Παρίσι; Από ποιο δρόμο;»
«Το δρόμο προς τις Βρυξέλλες».
Μια βραχνή κραυγή ξεφεύγει απ' το στόμα του δυστυχισμένου νεαρού.
«Ω!», φωνάζει, «ορκίζομαι πως θα τους πιάσω».
Και με δυο δρασκελιές βρέθηκε έξω από το γραφείο.
«Μην ξεχάσετε να μας τη φέρετε πίσω», φωνάζει χαρωπά ο αστυνόμος… «Εντάξει; Να, κάτι που αξίζει περισσότερο από τον Άγγελο της μουσικής!».
Σ' αυτό το σημείο ο κύριος Μιφρουά γυρνά προς το έκπληκτο ακροατήριο του και του ομολογεί αυτό το μικρό, ακίνδυνο κόλπο της έντιμης αστυνομίας.
«Δεν είμαι καθόλου σίγουρος αν πράγματι ο κόμης ντε Σανιύ απήγαγε την Κριστίν Ντααέ… όμως πρέπει να το ανακαλύψω και νομίζω πως ο καλύτερος τρόπος είναι μέσω του υποκόμη… Αυτή τη στιγμή, σίγουρα θα τρέχει να τους βρει…θα 'χει βάλει στα πόδια του φτερά! Είναι ο σημαντικότερος βοηθός μου! Αυτή, κύριοι, είναι η τέχνη της αστυνομίας, που πολλοί θεωρούν πολύπλοκη, αλλά που στην πραγματικότητα είναι απλούστατη, από τη στιγμή που θα γίνει κατανοητό πως πρέπει να χρησιμοποιούμε για την επιτυχία του έργου της αστυνομίας ανθρώπους που δεν ανήκουν σ' αυτήν!»
Όμως, ο αστυνόμος κύριος Μιφρουά δε θα 'ταν τόσο ευχαριστημένος με τον εαυτό του, αν ήξερε πως η πορεία του απεσταλμένου του είχε διακοπεί, από τη στιγμή κιόλας που μπήκε στον πρώτο διάδρομο, που ωστόσο ήταν άδειος πια από κόσμο. Ο διάδρομος έμοιαζε έρημος.
Ωστόσο, μια μεγάλη σκιά έκλεισε το δρόμο του Ραούλ.
«Πού πάτε τρέχοντας, κύριε ντε Σανιύ;» ρώτησε η σκιά.
Ο Ραούλ ανυπομονώντας σήκωσε τα μάτια κι αναγνώρισε το σκουφί από αστρακάν που είχε δει μόλις πριν λίγο. Σταμάτησε.
«Πάλι εσείς!» φώναξε με φωνή γεμάτη ταραχή, «εσείς που γνωρίζετε τα μυστικά του Ερίκ και που δε θέλετε να μιλάω γι' αυτά. Ποιος είστε λοιπόν;»
«Το ξέρετε καλά!… Είμαι ο Πέρσης!» είπε η σκιά.
20
Ο ΥΠΟΚΟΜΗΣ ΚΑΙ Ο ΠΕΡΣΗΣ
Ο ΡΑΟΥΛ τότε θυμήθηκε πως, ένα βράδυ, ο αδελφός του του είχε δείξει αυτό το περίεργο πρόσωπο για το οποίο κανείς δε γνώριζε τίποτα. Του είχε πει πως ήταν Πέρσης και πως έμενε σ' ένα μικρό παλιό διαμέρισμα της οδού Ριβολί.
Ο άνθρωπος με το εβένινο χρώμα, τα μάτια σε χρώμα νεφρίτη και το σκουφί από αστρακάν, έσκυψε πάνω απ' τον Ραούλ.
«Ελπίζω, κύριε ντε Σανιύ, πως δεν προδώσατε το μυστικό του Ερίκ…»
«Και γιατί, κύριε, θα 'πρεπε να μην προδώσω αυτό το τέρας;» είπε ο Ραούλ με ύφος, προσπαθώντας ν' απαλλαγεί από τον ενοχλητικό αυτόν τύπο. Είναι λοιπόν φίλος σας;»
Читать дальше