«Είσαι αγαθός, Κύριε, καί μέ τήν άγαθωσῦνη σου δίδαξε με τά δικαιώματα σου» (Ψαλμ. 118,68). Αυτή τήν προσευχή έκανε ό προφήτης Δαβίδ, καί αυτήν, αδελφέ μου, πρέπει νά κάνης καί σῦ στόν Θεό μέ δλη σου τήν καρδιά, διότι ή προσευχή είναι ή πρώτη θεραπεία αύτής τής πονηρής πρόληψης καί ψεῦτικης ελπίδας, τήν όποία κατηγορήσαμε μέχρι τώρα.
Ώ Κύριε, εσύ είσαι άγαθός, μάλλον στήν ουσία είσαι ή ίδια ή αγαθότητα. «Χρηστός ει, Κῦριε». Δίδαξέ με λοιπόν τόν τρόπο, μέ τόν όποιο αυτή ή ίδια ή αγαθότητά σου θά μέ διδάξη νά τηρώ τό νόμο σου. «Έν τη χρηστότητί σου δίδαξόν με τά δικαιώματα σου».
Αυτό σοῦ ζητάει ό Κῦριος, όντας άγαθός μέ σένα, προσμένοντάς σε στήν έξομολόγησι καί συγχωρώντας τίς άμαρτίες σου. Δηλαδή νά μάθης καί σῦ άπό αυτόν νά είσαι άγαθός.
Πώς λοιπόν δέν φοβάσαι μήπως τόν παροργίσης διαστρέφοντας τό σκοπό του; πώς θέλεις νά είσαι τόσο κακός καί παράνομος μέ τόν Θεό, τή στιγμή ποῦ ό Θεός είναι τόσο άγαθός καί γλυκῦς μέ σένα; «Μήπως άναταποδίδονται κακά άντί άγαθών;» ('Ιερ. 18,20). Έτσι ξεπληρώνεις τίς ευεργεσίες σου στόν Θεό; ετσι χρησιμοποιείς τήν άγαθότητα τοῦ Θεοῦ, καί τή χάρι τής έξομολογήσεως τή χρησιμοποιείς ώς δργανο γιά νά άμαρτάνης καί νά βρίζης τόν Θεό;
Ένα άπό τά δυο συμβαίνει αμαρτωλέ — αν ϊσως δέν πιστεῦης. Ανάμεσα στήν άγαθότητα τοῦ Θεοῦ καί στήν κακία υπάρχει μία άντίθεσις φοβερή, ουσιαστική καί άδιάλλακτη. Έσῦ δέν πιστεύεις δπως πρέπει τόν Θεό, γιά Θεό. Έάν δμως τόν πιστεύης δπως πρέπει, θέλεις ή άγαθότητα τοῦ Θεοῦ νά σοῦ γίνεται αιτία νά άμαρτάνης· πράγμα ποῦ είναι ενας πολῦ μεγάλος εχθρός τής άγαθότητος τοῦ Θεοῦ. Γνώρισε δτι αυτό δέν είναι τίποτε άλλο, παρά τό νά όπλίζης τό χέρι ενάντια στόν Θεό καί νά κάνης σχεδόν νά πολεμήση ή έλεημοσῦνη του μέ τήν δικαιοσύνη του.
Γι’ αύτό, άδελφέ μου, πάντοτε νά παρακαλής τόν Κύριο, νά βγάλη άπό τήν καρδιά σου αύτή τήν ψεύτικη καί πλανεμένη ελπίδα, γιά τήν όποία εχει γραφή; «Ελπίσαμε σέ άνθρώπους πού καί ψεύτες είναι καί όχι σίγουρα καί άμετακίνητα θεμέλια άσφαλείας· καί μέ τό ψεύδος αύτό θά σκεπασθοῦμε καί θά προστατευθοῦμε άπό τήν καταιγίδα» (Ήσ. 28,15). Καί νά σέ φωτίση μέ τήν χάρι του νά καταλάβης δτι ή ελπίδα αύτή είναι μία άπάτη καί παγίδα τοῦ διαβόλου. Μέ τήν άπάτη αύτή άπάτησε τούς Προπάτορες μέσα στόν Παράδεισο καί συνέχεια εξαπατά άμέτρητους ταλαίπωρους άμαρτωλούς καί τούς κατεβάζει στόν Αδη. Καί γιά νά λυτρωθής άπό τήν άπάτη αύτή, λέγε πρός τόν Κύριο τά λόγια τοῦ Δαβίδ: «Φύλαξέ με, Κύριε, άπό τήν παγίδα πού μοῦ έχουν στήσει» (Ψαλμ. 140,9).
Β' Θεραπεία εκείνων πού αμαρτάνουν μέ τήν έλπίδα τής μετανοίας, είναι ή γνώσις τής αληθινής μετανοίας καί τών αποτελεσμάτων της
Ό δεύτερος τρόπος θεραπείας, άδελφέ μου, είναι ό πόλεμος αυτής τής ψεύτικης ελπίδος πού γεννιέται από δύο πράγματα, πού τά άγνοεις· α) Άπό τήν άγνοια αύτών, πού άμαρτάνουν μέ τήν έλπίδα τής μετανοίας, τί είναι τελικά ή μετάνοια καί ή έξομολόγησις καί β) άπό τήν άγνοια τών άποτελεσμάτων καί τών καρπών τής άληθινής μετανοίας καί έξομολογήσεως. Γι’ αύτό όταν μάθης καλά αύτά τά δύο πράγματα, πού άγνοεις, σίγουρα θά θεραπευθής.
Α'. Εκείνοι λοιπόν πού άμαρτάνουν μέ τό θάρρος τής έξομολογήσεως, δέν γνωρίζουν, γενικά, τί είναι ή έξομολόγησις. Αύτοί νομίζουν, ότι ή έξομολόγησις δέν είναι τίποτε άλλο, παρά μόνον τό νά ποῦν στόν Πνευματικό τους μέ κάθε λεπτομέρεια τίς άμαρτίες τους. Καί ότι άφοῦ τίς φανερώσουν μέ προσοχή, τά έκαναν όλα. Γι’ αύτό όλη τους ή φροντίδα γιά τήν έξομολόγησι βρίσκεται στό νά θυμηθούν τίς άμαρτίες πού έκαναν, καί μετά τήν έξομολόγησι τους ή φροντίδα τους δέν είναι άλλη, παρά τό νά σκεφθοῦν καλά μή τυχόν καί ξέχασαν κάποια άμαρτία.
Αλλά άν μόνον αύτή ή μοναδική φροντίδα καί επιμέλεια είναι άρκετη, γιά νά τούς συμφιλιώση μέ τόν Θεό, ό δρόμος γιά τόν ούρανό τότε δέν θά είναι στενός, όπως λέει τό ιερό Εύαγγέλιο (Ματθ. 7,14), άλλά θά είναι πιό πλατύς καί άπό τίς πλατείες τής πόλεως. Καί ποιός κόπος χρειάζεται γιά νά πούμε τίς άμαρτίες μας σέ εναν Πνευματικό, άφοῦ εμείς συνηθίσαμε νά τίς λέμε άπό τότε άκόμη ποῦ εϊμασταν παιδιά;
Καί αν όλη μας ή σωτηρία έξαρτιόταν άπό αυτό, εκείνοι οί πιό άναίσχυντοι καί άδιάντροποι άμαρτωλοί, ποῦ καυχώνται γιά τίς άμαρτίες τους καί τίς διηγούνται στίς φιλικές τους συντροφιές σάν κάποιο παιγνίδι, εκείνοι, λέγω, θά ήταν προετοιμασμένοι γιά τήν έξομολόγησι καλλίτερα άπό όλους. Γιατί αυτοί χωρίς ντροπή εξομολογούνται όλες τους τίς άμαρτίες. Όπότε ή έξομολόγησις θά ήταν μία ύπόθεσις ποῦ τελειώνει όλη στό στόμα, καί θά ήταν περισσότερο ενα ξεφόρτωμα τής θελήσεως καί όχι τής καρδιάς. Άλλά δέν είναι αυτή ή άλήθεια. Διότι έξομολόγησις κανονικά είναι ή άπομάκρυνσις τοῦ άμαρτωλοῦ άπό τήν αμαρτία καί ή έπιστροφή του πάλι στόν Θεό.
Читать дальше