– Γκαρσόν(официант) : Ω συγνώμη(о, извините) ! Πάω να φέρω αμέσως ένα τασάκι(пойду, принесу сейчас же пепельницу; πηγαίνω; φέρνω; το τασάκι )!
– Πελάτης: Έλα εδώ γκαρσόν! Υπάρχει ένα αποτσίγαρο στην σούπα μου!
– Γκαρσόν: Ω συγνώμη! Πάω να φέρω αμέσως ένα τασάκι!
* * *
Ο Γιωρίκας και ο Κωστίκας ήταν πυροσβέστες(Йорикас и Костикас были пожарными; ο πυροσβέστης ).
Έπιασε φωτιά ένα σχολείο(загорелась: «взяла огонь» школа; πιάνω – брать, хватать; η φωτιά – пламя, огонь; пожар ) και τρέχουν για να σώσουν τα παιδιά(и /они/ бегут, чтобы спасти детей; τρέχω; σώζω ) . Το σχολείο ήταν πολυεθνικό, είχε κινεζάκια, μαυράκια κλπ.(школа была многонациональной, имелись = там учились китайцы, негры и т. д.; είμαι; έχω; εθνικός – национальный, народный /ср. этнический/; μαύρος – черный ).
Ανεβαίνει ο Γιωρίκας πάνω στην αίθουσα που ήταν τα παιδάκια(поднимается Йорикас наверх в зал, где были дети; το παιδί – ребенок; -άκι – уменьшит. суффикс ) και ο Κωστίκας από κάτω κρατάει το «σεντόνι»(а Костикас внизу держит простыню) για να πέφτουν τα παιδιά ένα-ένα(чтобы дети падали по одному; πέφτω ).
Αρχικά ρίχνει ο Γιωρίκας ένα μαυράκι(сначала бросает Йорикас негритенка) , το βλέπει ο Κωστίκας, τραβάει το σεντόνι, σκοτώνεται το παιδάκι(его видит Костикас, тянет = убирает простыню, убивается ребенок) . Μετά ξαναρίχνει ο Γιωρίκας ενα μαυράκι(потом снова бросает Йорикас негритенка; ξανα– – /прист./ снова, опять ) , το βλέπει ο Κωστίκας, τραβάει το σεντόνι, σκοτώνεται κ'αυτό το παιδάκι(видит его Костикас, оттаскивает простыню, убивается и этот ребенок).
Ρίχνει άλλα 3-4 μαυράκια και γίνεται το ίδιο(бросает еще 3–4 негритят и случается то же самое) οπότε λέει ο Κωστίκας(и тогда говорит Костикас) «Ρε Γιωρίκα, ρίχνε τα καλά ρε, όχι τα καμένα(слышь, Йорикас, бросай нормальных: «хороших», а не горелых; καμένος – горелый, жженый; καίω – жечь, сжигать; гореть ) …»
Ο Γιωρίκας και ο Κωστίκας ήταν πυροσβέστες.
Έπιασε φωτιά ένα σχολείο και τρέχουν για να σώσουν τα παιδιά. Το σχολείο ήταν πολύ εθνικό, είχε κινεζάκια, μαυράκια κλπ.
Ανεβαίνει ο Γιωρίκας πάνω στην αίθουσα που ήταν τα παιδάκια και ο Κωστίκας από κάτω κρατάει το «σεντόνι» για να πέφτουν τα παιδιά ένα-ένα.
Αρχικά ρίχνει ο Γιωρίκας ένα μαυράκι, το βλέπει ο Κωστίκας τραβάει το σεντόνι, σκοτώνεται το παιδάκι. Μετά ξαναρίχνει ο Γιωρίκας ενα μαυράκι, το βλέπει ο Κωστίκας τραβάει το σεντόνι, σκοτώνεται κ'αυτό το παιδάκι.
Ρίχνει άλλα 3-4 μαυράκια και γίνεται το ίδιο οπότε λέει ο Κωστίκας «Ρε Γιωρίκα, ρίχνε τα καλά ρε, όχι τα καμένα…»
* * *
Κλείνουν φυλακή ένα Γερμανό, ένα Γάλλο και ένα Πόντιο ισόβια(сажают: «закрывают» в тюрьму немца, француза и понтийца пожизненно; κλείνω; η φυλακή ).
Αποφασίζουν να τους χώσουν σε ένα μπουντρούμι(решают заточить: «упрятать» их в темницу; χώνω – забивать, вбивать; засовывать, прятать ) και να μην έχουν επαφή με τον υπόλοιπο κόσμο για όλη τους τη ζωή(и чтобы у них не было: «чтобы они не имели» связи с остальным миром всю свою жизнь; ο κόσμος ).
Τους επιτρέπουν όμως να πάρουν από ένα αντικείμενο,(им разрешают, однако, взять один предмет; επιτρέπω; παίρνω ) δικιάς τους επιλογής(по собственному выбору; η επιλογή ).
Διαλέγει λοιπόν ο Γερμανός ένα σκάκι(итак, выбирает немец шахматы; διαλέγω; το σκάκι ) . «Μ΄αυτό θα περνάω τον καιρό μου(с ними буду проводить время; ο καιρός ) είναι παιχνίδι που δεν το βαριέσαι ποτέ(это игра, которая никогда не надоест; βαριέμαι ) .»
Ο Γάλλος διαλέγει μια τράπουλα(француз выбирает колоду карт).
«Μ΄αυτή μπορείς να παίξεις όχι ένα αλλά πολλά διαφορετικά παιχνίδια(с ней можешь играть не в одну, а во множество различных игр; παίζω; το παιχνίδι ) και εγώ τα ξέρω όλα(и я их знаю все) . Σίγουρα θα είμαι απασχολημένος για πολλά χρόνια(конечно, я буду занят на многие годы) .»
Διαλέγει και ο Πόντιος ένα κουτί tampon(выбирает понтиец упаковку тампонов).
«Καλά ρε, του λένε οι άλλοι δυο(да ладно, говорят ему двое других) , τι θα κάνεις με αυτό; Χαζός είσαι(что ты будешь с этим делать? с ума сошел?) ;»
Και τους απαντάει ο Πόντιος(понтиец им отвечает) :
Читать дальше
Конец ознакомительного отрывка
Купить книгу