«Πρόκειται για θέσεις που δημιουργήθηκαν και μας επιβλήθηκαν από τη γραμματεία των Καλών Τεχνών», παρενέβη ο Μερσιέ. «Είναι κατειλημμένες από προστατευόμενους της κυβέρνησης και, αν μου επιτρέπετε, νομίζω πως…»
«Στα παλιά μου τα παπούτσια η κυβέρνηση!…» είπε δυναμικά ο Ρισάρ. «Για δώδεκα άλογα δε χρειαζόμαστε παραπάνω από τέσσερις ιπποκόμους».
«Έντεκα άλογα!» διόρθωσε ο κύριος Λασενάλ.
«Δώδεκα!» επανέλαβε ο Ρισάρ.
«Έντεκα!» επιμένει ο Λασενάλ.
«Α! μα ο κύριος διαχειριστής μου είπε πως έχετε δώδεκα άλογα!»
«Είχα δώδεκα, μα τώρα μου έχουν μείνει μόνο έντεκα γιατί μου 'κλεψαν τον Σεζάρ!»
Και μ' αυτά τα λόγια ο κύριος Λασενάλ δίνει ένα δυνατό χτύπημα με το μαστίγιο στην μπότα του.
«Μας έκλεψαν τον Σεζάρ!» φώναξε ο διαχειριστής, «το άσπρο άλογο του Προφήτη;»
«Δεν υπάρχουν δυο Σεζάρ!» λέει ξερά ο κύριος Λασενάλ. «Ήμουν δέκα χρόνια στον Φρανκόνι και έχω δει κάμποσα άλογα! Κανένα όμως δεν ήταν σαν τον Σεζάρ! Ο Σεζάρ ήταν μοναδικός… και μας τον έκλεψαν».
«Και πώς έγινε αυτό;»
«Δεν έχω ιδέα! Κανείς δεν ξέρει τίποτα! Γι' αυτό και σας ζήτησα να διώξετε όλους τους ιπποκόμους».
«Καλά, κι οι ιπποκόμοι σας τι λένε;»
«Κουταμάρες… μερικοί κατηγορούν τους κομπάρσους… άλλοι υποστηρίζουν πως τον έκλεψε ο θυρωρός».
«Ο θυρωρός; Μα κόβω το κεφάλι μου γι' αυτόν! είμαι σίγουρος για την εντιμότητά του!» διαμαρτυρήθηκε ο Μερσιέ.
«Επιτέλους, κύριε Λασενάλ», φώναξε ο Ρισάρ, «κάτι θα πρέπει να υποψιάζεστε!…»
«Ναι, πραγματικά, κάτι υποψιάζομαι! Ναι!» δήλωσε ξαφνικά ο κύριος Λασενάλ, «και θα σας το πω. Για μένα δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία». Ο κύριος υπεύθυνος του ιπποστάσιου πλησίασε τους κυρίους διευθυντές και τους ψιθύρισε στ' αφτί: «Το Φάντασμα χτύπησε ξανά!»
Ο Ρισάρ αναπήδησε.
«Α, όχι! και σεις λοιπόν… και σεις!»
«Τι θα πει και γω; Είναι πολύ φυσικό…»
«Μα, πώς είναι δυνατόν! Κύριε Λασενάλ! Πώς είναι δυνατόν, κύριε πρώτε ιπποκόμε…»
«…Αφήστε με να σας πω τι νομίζω, αφού πρώτα σας πω τι είδα…»
«Τι είδατε λοιπόν, κύριε Λασενάλ;»
«Όπως σας βλέπω και με βλέπετε, κύριε, είδα μια μαύρη σκιά καβάλα πάνω σ' ένα άσπρο άλογο που ήταν ίδιος ο Σεζάρ!»
«Καλά και δεν τρέξατε πίσω απ' τ' άσπρο άλογο και τη μαύρη σκιά;»
«Και βέβαια έτρεξα και φώναξα, κύριε διευθυντά, αλλά το 'σκασαν με εκπληκτική ταχύτητα και δεν άργησαν να εξαφανιστούν μέσα στη νύχτα…»
Ο κύριος Ρισάρ σηκώθηκε:
«Εντάξει, κύριε Λασενάλ. Μπορείτε να πηγαίνετε τώρα… θα κάνουμε λοιπόν μήνυση εναντίον του φαντάσματος…»
«Και θα διώξετε όλους τους ιπποκόμους μου!»
«Μα φυσικά! Χαίρετε κύριε!»
Ο κύριος Λασενάλ χαιρέτησε κι έφυγε.
Ο Ρισάρ άφριζε.
«Κανονίστε το λογαριασμό αυτού του ηλίθιου!»
«Μα, είναι φίλος της κυβέρνησης!» τόλμησε να πει ο Μερσιέ…
«Και παίρνει το απεριτίφ του στον Τορτόνι, παρέα με τους Λαγκρενέ, Σκολ και Περτουιζέ, τον εξολοθρευτή λιονταριών», πρόσθεσε ο Μονσαρμέν. «Θα 'χουμε όλον τον κόσμο εναντίον μας! Θ' αρχίσει να λέει ιστορίες για το φάντασμα, όλος ο κόσμος θα διασκεδάζει σε βάρος μας και θα μας περιγελά! Αν γελοιοποιηθούμε, έχουμε τελειώσει!»
«Εντάξει, ας μη μιλάμε άλλο γι' αυτό…» συμφώνησε ο Ρισάρ που ήδη το μυαλό του έτρεχε αλλού.
Εκείνη την ώρα άνοιξε η πόρτα. Σίγουρα, ήταν μια στιγμή που την πόρτα αυτή δεν τη φύλαγε ο συνηθισμένος κέρβερος, γιατί είδαν τη μαντάμ Ζιρί που μπήκε μέσα μ' όλη της την άνεση, κρατώντας στο χέρι ένα γράμμα και λέγοντας βιαστικά:
«Συγνώμη, κύριοι, αλλά σήμερα το πρωί έλαβα ένα γράμμα από το φάντασμα της Όπερας. Μου γράφει να έρθω σε σας γιατί έχετε κάτι να μου δώσετε…»
Δεν πρόλαβε ν' αποτελειώσει τη φράση της. Είδε το πρόσωπο του κυρίου Φερμέν Ρισάρ· ήταν κάτι το τρομερό. Ο αξιότιμος διευθυντής της Όπερας ήταν έτοιμος να ξεσπάσει. Η οργή που τον πλημμύριζε, δεν είχε ακόμη αρχίσει να εκδηλώνεται εξωτερικά, μόνο που το πρόσωπό του είχε γίνει κατακόκκινο και τα μάτια του έλαμπαν αγριεμένα. Δεν είπε τίποτα. Δεν μπορούσε να μιλήσει. Ξάφνου όμως δεν μπόρεσε να συγκρατήσει μια κίνηση. Πρώτα, ξεκίνησε το αριστερό του χέρι που άγγιξε την αστεία φιγούρα της μαντάμ Ζιρί και την έκανε να κάνει μισή στροφή και μια τόσο γρήγορη πιρουέτα, που εκείνη δεν μπόρεσε να συγκρατήσει μιαν απελπισμένη κραυγή. Μετά, ήταν το δεξί πόδι, το δεξί πόδι του αξιότιμου διευθυντή που πήγε κι άφησε το αποτύπωμά του πάνω στον μαύρο ταφτά της φούστας της, που, σίγουρα, δεν είχε ποτέ μέχρι τότε αντιμετωπίσει μια τέτοια προσβολή, σ' ένα παρόμοιο μέρος.
Το συμβάν ήταν τόσο ξαφνικό, που όταν η μαντάμ Ζιρί ξαναβρέθηκε στο διάδρομο, τα 'χε εντελώς χαμένα. Ξαφνικά όμως, συνειδητοποίησε τι είχε γίνει και τότε όλη η Όπερα αντήχησε από τις άγριες κραυγές της, τις βίαιες διαμαρτυρίες της και τις κατάρες της. Χρειάστηκε να έρθουν τρεις νεαροί για να την κατεβάσουν στην είσοδο του κτιρίου και δυο αστυφύλακες για να τη βγάλουν στο δρόμο.
Читать дальше