Ερώτηση: Η πόρτα του νεκροταφείου ήταν ανοιχτή;
Απάντηση: Μάλιστα κύριε, κι αυτό εμένα με ξάφνιασε, όχι όμως και τη δεσποινίδα Ντααέ.
Ερώτηση: Δεν υπήρχε κανείς στο νεκροταφείο;
Απάντηση: Δεν είδα κανέναν. Σίγουρα, αν υπήρχε κάποιος θα τον είχα δει. Το φως του φεγγαριού ήταν λαμπρό και το χιόνι που σκέπαζε τη γη αντανακλούσε τις αχτίδες του, κάνοντας τη νύχτα ακόμη πιο φωτεινή.
Ερώτηση: Δε θα μπορούσε κάποιος να 'χε κρυφτεί πίσω απ' τις ταφόπλακες;
Απάντηση: Όχι, κύριε. Είναι μικρές, χαμηλές, φτωχικές ταφόπλακες, που είχαν εξαφανιστεί κάτω απ' το χιόνι. Οι μοναδικές σκιές ήταν οι σκιές των σταυρών και οι δικές μας. Η εκκλησία ήταν λαμπρά φωτισμένη από το φεγγαρόφωτο. Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα ξαναδεί τόσο λαμπερή νύχτα. Ήταν πολύ όμορφα, διάφανα, κι έκανε πολύ κρύο. Ποτέ μου δεν πήγαινα νύχτα στα νεκροταφεία και αγνοούσα πως θα μπορούσε κανείς να βρει εκεί ένα τέτοιο φως… ένα τέτοιο αλαφροΐσκιωτο φως…
Ερώτηση: Είσαστε προληπτικός;
Απάντηση: Όχι, κύριε, πιστεύω στο Θεό.
Ερώτηση: Σε τι ψυχική κατάσταση βρισκόσασταν;
Απάντηση: Πολύ καλή, πολύ ήρεμη, μα την πίστη μου. Βέβαια, η ασυνήθιστη έξοδος της δεσποινίδος Ντααέ με είχε αναστατώσει βαθιά. Όμως, μόλις είδα την κοπέλα να μπαίνει στο νεκροταφείο, σκέφτηκα πως είχε έρθει να προσευχηθεί στον πατρικό τάφο κι αυτό ήταν κάτι που το 'βρισκα τόσο φυσικό που ηρέμησα εντελώς. Μόνο που εξακολουθούσε να μου φαίνεται περίεργο το ότι δεν με είχε καταλάβει, γιατί, καθώς περπατούσα, το παγωμένο χιόνι έσπαζεκι έκανε θόρυβο. Σίγουρα θα ήταν απορροφημένη στις προσευχές της. Άλλωστε, αποφάσισα να μην την ενοχλήσω και όταν έφτασε στον τάφο του πατέρα της έμεινα αρκετά μακριά της. Αυτή, γονάτισε πάνω στο χιόνι, έκανε το σταυρό της και άρχισε να προσεύχεται. Εκείνη την ώρα χτύπησαν μεσάνυχτα. Ο δωδέκατος χτύπος αντηχούσε ακόμη στ' αφτιά μου όταν ξαφνικά είδα τη νέα να ανασηκώνει το κεφάλι της. Το βλέμμα της βυθίστηκε στον ουράνιο θόλο, τα χέρια της απλώθηκαν στ' άστρα της νύχτας. Έμοιαζε να βρίσκεται σε έκσταση κι αναρωτήθηκα τι νάταν αυτό που την έφερε σ' αυτήν την κατάσταση. Όσο για μένα, ανασήκωσα το κεφάλι μου, κοίταξα τριγύρω κι ένιωσα όλο μου το είναι να τείνει προς το Αόρατο, το αόρατο που μας έπαιζε μουσική! Και τι μουσική! Τη γνωρίζαμε… Η Κριστίν κι εγώ είχαμε ξανακούσει αυτή τη μουσική, όταν είμασταν παιδιά. Όμως ποτέ δεν είχε ακουστεί τόσο θεϊκά από το βιολί του μπαμπά — Ντααέ όπως εκείνη τη νύχτα. Τότε, μου ήρθαν στον νου όλα όσα μου έλεγε η Κριστίν για τον Άγγελο της μουσικής. Όλη μου η σκέψη ήταν σ' αυτούς τους αξέχαστους ήχους, που έστω κι αν δεν ερχόντουσαν από τον ουρανό σ' έκαναν να ξεχνάς την επίγεια προέλευσή τους. Εκεί, δεν υπήρχε τίποτα, ούτε όργανο ούτε χέρι για να κρατά το δοξάρι. Ω! Θυμήθηκα την εξαίσια μελωδία! Ήταν η Ανάσταση του Λαζάρου που ο πατέρας -Ντααέ μας έπαιζε όταν η ψυχή του γέμιζε μελαγχολία και πίστη. Αν ο Άγγελος της Κριστίν υπήρχε στ' αλήθεια, δε θα μπορούσε να παίξει καλύτερα με το βιολί του νεκρού βιολιστή. Η επίκληση του Ιησού μας απογείωνε και, μα την πίστη μου, ήμουν σε μια τέτοια ψυχική κατάσταση, που περίμενα από στιγμή σε στιγμή να σηκωθεί η ταφόπλακα του πατέρα της Κριστίν. Σκέφτηκα πως ο Ντααέ είχε ταφεί μαζί με το βιολί του και η αλήθεια είναι πως εκείνες τις πένθιμες και ταυτόχρονα λαμπρές στιγμές, στο βάθος αυτού του μικρού φτωχικού επαρχιακού νεκροταφείου, πλάι σ' αυτές τις νεκροκεφαλές που μας γελούσαν με τις ακίνητες μασέλες τους, δεν ήξερα καθόλου αν ό,τι συνέβαινε ήταν αληθινό ή δημιούργημα της φαντασίας μου.
Αλλά η μουσική σταμάτησε και ξαναβρήκα τα λογικά μου. Μου φάνηκε πως άκουσα κάποιο θόρυβο από τη μεριά των νεκροκεφαλών του οστεοφυλάκιου.
Ερώτηση: Α! Α! ακούσατε λοιπόν κάποιο θόρυβο από το οστεοφυλάκιο;
Απάντηση: Ναι, μου φάνηκε πως οι νεκροκεφαλές χασκογελούσαν κι ανατρίχιασα.
Ερώτηση: Μα, δε σκεφτήκατε αμέσως, απ' την αρχή, πως κάποιος μπορεί να κρυβόταν πίσω απ' το οστεοφυλάκιο· ο ουράνιος μουσικός ας πούμε, που σας είχε γοητεύσει;
Απάντηση: Μάλιστα, κύριε αστυνόμε, και βέβαια το σκέφτηκα, τόσο πολύ μάλιστα, που δε σκεφτόμουν πια σχεδόν τίποτε άλλο. Έτσι, ξέχασα ν' ακολουθήσω τη δεσποινίδα Ντααέ, που μόλις είχε σηκωθεί και προχωρούσε ήρεμη προς την πόρτα του νεκροταφείου. Ήταν τόσο απορροφημένη που ούτε καν με είδε. Εγώ, ήμουν ακίνητος, το βλέμμα μου είχε καρφωθεί στο οστεοφυλάκιο· ήμουν αποφασισμένος να φτάσω στα άκρα αυτής της απίστευτης περιπέτειας, να φτάσω ως το τέλος…
Читать дальше