Βέβαια, δεν μπορούμε ν' αρνηθούμε πως υπάρχουν τραγουδίστριες που το 'χουν πάρει απάνω τους, που κάνουν το λάθος να υπερεκτιμούν τις δυνατότητές τους και που η υπεροψία τους τις κάνει να θέλουν να φτάσουν, με την αδύναμη φωνή που τους χάρισε ο Θεός, σε εξαιρετικά ύψη, τραγουδώντας νότες που η ίδια τους η φύση τους απαγορεύει. Τότε, ο Θεός, για να τις τιμωρήσει, τους στέλνει, χωρίς αυτές να το ξέρουν, ένα βατράχι μέσ' στο στόμα, ένα βατράχι, ένα βατράχι που κάνει κουάξ! Όλος ο κόσμος το ξέρει αυτό. Όμως, κανείς δεν μπορεί να δεχτεί πως μια Καρλότα, που μπορούσε να τραγουδήσει τουλάχιστον δύο οκτάβες, μπορούσε να έχει κι ένα βατράχι.
Δεν ήταν δυνατόν να ξεχάσουν τις κορόνες της στο Μαγεμένο Αυλό ή την Ελβίρα στο Δον Ζουάν όπου είχε θριαμβεύσει, τραγουδώντας νότες που δεν μπορούσε να «πιάσει» η συνάδελφός της, ντόνα Άννα. Τι μπορούσε λοιπόν να σημαίνει αυτό το κουάξ; Τι γύρευε λοιπόν ένα κουάξ σ' αυτήν την ήρεμη, ατάραχη, μικρή «μοναχική φωνή που τραγούδαγε μέσ' στην καρδιά της;»
Ήταν κάτι το αφύσικο. Κάποιος της είχε κάνει μάγια. Αυτό το βατράχι βρομούσε. Καημένη, δυστυχισμένη, απελπισμένη, εξουθενωμένη Καρλότα!…
Στην αίθουσα ο θόρυβος γινόταν ολοένα και μεγαλύτερος. Αν κάτι τέτοιο είχε συμβεί σε κάποιαν άλλη τραγουδίστρια, θα την είχαν γιουχάρει! Όμως, με την Καρλότα δεν ήταν δυνατόν να θυμώσουν. Αυτό που ένιωθαν ήταν συμπόνοια και τρόμος. Ήταν όλοι τόσο ξαφνιασμένοι… λες κι είχαν παρακολουθήσει το σπάσιμο του βραχίονα της Αφροδίτης της Μήλου!… και πάλι, σ' αυτήν την περίπτωση, δε θα είχαν ξαφνιαστεί τόσο… θα είχαν δει το χτύπημα και κάτι θα είχαν καταλάβει…
Αυτό όμως; Αυτό το βατράχι ξεπερνούσε κάθε φαντασία!…
Η ίδια η Καρλότα, γι' αρκετή ώρα αναρωτιόταν αν πραγματικά άκουσε να βγαίνει απ' το στόμα της αυτή η νότα. Μα είχε καμιά σχέση με νότα αυτός ο ήχος; Μπορούσε να ονομαστεί αυτό το πράγμα ήχος; Ένας ήχος εξακολουθεί να έχει κάποια σχέση με τη μουσική — προσπάθησε να πείσει τον εαυτό της πως αυτός ο σατανικός ήχος δεν ήταν τίποτα· πως ό,τι συνέβη, ό,τι ακούστηκε, δεν ήταν τίποτ' άλλο από μια ακουστική παραίσθηση και όχι μια εγκληματική προδοσία του φωνητικού της οργάνου…
Κοίταξε χαμένη τριγύρω, αναζητώντας κάποιο καταφύγιο, κάποια προστασία ή μάλλον τη διαβεβαίωση της καθαρότητας της φωνής της. Τα δάχτυλα της, συσπασμένα, ακούμπησαν το λαιμό της με μια κίνηση άμυνας και διαμαρτυρίας! Φαίνεται πως και ο Κάρολους Φόντα ένιωθε πάνω κάτω τα ίδια συναισθήματα. Την κοίταξε με μιαν ανεκδιήγητη έκφραση απορίας στο πρόσωπο. Γιατί, αυτός βρίσκονταν δίπλα της εκείνη τη στιγμή. Δεν την είχε εγκαταλείψει. Ίσως αυτός θα μπορούσε να της εξηγήσει πώς συνέβη τούτο το ανήκουστο πράγμα! Κι όμως όχι! Δεν μπορούσε! Τα μάτια του, αποβλακωμένα, είχαν καρφωθεί στο στόμα της Καρλότας όμοια με τα μάτια των παιδιών στο καπέλο του ταχυδακτυλουργού. Πώς ήταν δυνατόν σ' ένα τόσο μικρό στόμα να χωρέσει ένα τόσο τεράστιο κουάξ;
Όλ' αυτά μαζί, βατράχι, κουάξ, συγκίνηση, τρόμος, θόρυβος της αίθουσας, σάλος πάνω στη σκηνή και στα παρασκήνια — μερικοί κομπάρσοι είχαν κατατρομάξει- όλ' αυτά, που σας περιέγραψα με κάθε λεπτομέρεια, δεν κράτησαν παραπάνω από μερικά δευτερόλεπτα.
Μερικά φριχτά δευτερόλεπτα που φάνηκαν ατέλειωτα, ειδικά εκεί πάνω, στους δύο διευθυντές. Στο θεωρείο No 5, ο Μονσαρμέν και ο Ρισάρ ήταν κάτωχροι. Αυτό το παράδοξο κι ανεξήγητο επεισόδιο τους γέμιζε αγωνία, μια μυστηριώδη αγωνία που μεγάλωνε από το γεγονός πως βρίσκονταν κάτω από την άμεση επιρροή του φαντάσματος.
Είχαν νιώσει την ανάσα του. Τα μαλλιά του κυρίου Μονσαρμέν είχαν κουνηθεί απ' αυτήν την ανάσα… Ο Ρισάρ σκούπισε με το μαντίλι του το ιδρωμένο μέτωπό του… Ναι, ήταν εκεί… γύρω τους… πίσω τους, δίπλα τους, το αισθανόντουσαν χωρίς να το βλέπουν!… Άκουγαν την αναπνοή του… τόσο κοντά τους… τόσο απίστευτα κοντά τους!… Αισθανόμαστε πότε κάποιος είναι παρόν… Τώρα λοιπόν ήξεραν!… Ήταν σίγουροι πως στο θεωρείο ήσαν τρεις… Έτρεμαν… Ήθελαν να φύγουν, να το σκάσουν… Μα δεν τολμούσαν… Δεν τολμούσαν να κάνουν την παραμικρή κίνηση, δεν τολμούσαν ν' αρθρώσουν ούτε μια λέξη που θα έκανε το φάντασμα να καταλάβει ότι ήξεραν πως βρισκόταν κι αυτό εκεί!… Τι άλλο θα γινόταν άραγε; Τι επρόκειτο να συμβεί;
Συνέβη το κουάξ! Το δικό τους διπλό επιφώνημα τρόμου σκέπασε όλους τους άλλους θορύβους της αίθουσας. Ένιωθαν στο έλεος της μανίας του φαντάσματος. Σκυμμένοι πάνω απ' το θεωρείο τους κοιτούσαν την Καρλότα λες και δεν την αναγνώριζαν πια. Αυτή η κολασμένη κόρη είχε δώσει με το κουάξ της το σινιάλο για την καταστροφή. Α! αυτήν την καταστροφή που τόσο φοβόντουσαν! Το φάντασμα τους το 'χε υποσχεθεί! Η αίθουσα ήταν καταραμένη! Τα δυο διευθυντικά τους στήθη λαχάνιαζαν κιόλας κάτω απ' το βάρος της επικείμενης καταστροφής. Ακούστηκε η στριγγιά φωνή του Ρισάρ να λέει στην Καρλότα:
Читать дальше