Αρκετοί αποφεύγανε να τον πλησιάσουν για να μη νομίσει πως είχανε την ανάγκη του και το πάρει απάνω του. Κι άλλοι τον μεταχειριζόντανε με μια παγερή, σχεδόν περιφρονητική αδιαφορία, για να του δείξουνε πως δεν του έδιναν καμιά ιδιαίτερη σημασία. Κάμποσοι τον κοίταζαν μ’ ένα ύφος δύσπιστο, σα να περίμεναν απ’ αυτόν κάτι κακό.
Υπήρχαν άνθρωποι (были люди; υπάρχω — существовать ) που του μιλούσαν από καθέδρας για τα ζητήματα του πνεύματος (которые вещали ему о духовных вопросах; η καθέδρα — сидение, кресло; μιλώ από καθέδρας — вещать; το ζήτημα ) και του λέγανε (и говорили ему), με το πιο ακαδημαϊκό ύφος (с ученым видом: «с самым академическим видом»), λόγια διφορούμενα (двусмысленные слова):
— Φυσικά (естественно), δεν είναι δυνατό (невозможно) να γίνει σήμερα (чтобы произошла сегодня) καμιά σοβαρή δουλειά στα ελληνικά γράμματα (какая-нибудь серьезная работа в греческой литературе = в греческой литературе сегодня не может быть написано ничего серьезного; το γράμμα — буква; τα γράμματα — мн.ч. литература )...
Υπήρχαν άνθρωποι που του μιλούσαν από καθέδρας για τα ζητήματα του πνεύματος και του λέγανε, με το πιο ακαδημαϊκό ύφος, λόγια διφορούμενα:
— Φυσικά, δεν είναι δυνατό να γίνει σήμερα καμιά σοβαρή δουλειά στα ελληνικά γράμματα...
Κι άλλοι τον έπαιρναν μπράτσο (другие брали его под руку) και του λέγανε σε τόνο φιλικό κ’ εμπιστευτικό (и говорили ему тоном дружеским и доверительным):
— Δεν υπάρχει (не существует), φίλε μου (друг мой), γνήσια πνευματική ζωή στον τόπο μας (истинной духовной жизни в нашей стране: «в нашем месте»). Όλα τα βιβλία που γράφονται (все книги, которые пишутся) είναι ψεύτικα και κούφια (фальшивы и пусты), όλα τα βιβλία, όλα τα βιβλία (все книги, все книги)...
Κι ο καημένος ο Φαβρίκιος (бедный Фаврикий) τα κατάπινε όλα (проглатывал все это; καταπίνω ) και δεν μιλούσε (и не говорил).
Κι άλλοι τον έπαιρναν μπράτσο και του λέγανε σε τόνο φιλικό κ’ εμπιστευτικό:
— Δεν υπάρχει, φίλε μου, γνήσια πνευματική ζωή στον τόπο μας. Όλα τα βιβλία που γράφονται είναι ψεύτικα και κούφια, όλα τα βιβλία, όλα τα βιβλία...
Κι ο καημένος ο Φαβρίκιος τα κατάπινε όλα και δεν μιλούσε.
Μερικοί σοβαροί άνθρωποι (некоторые серьезные люди) που εκτιμούσαν άλλοτε το Φαβρίκιο (которые ценили раньше Фаврикия; εκτιμώ ) λέγανε τώρα με ύφος λυπημένο (говорили теперь с грустным видом):
— Αυτό το παιδί (этот парень: «этот ребенок») κάτι μπορούσε να κάνει στη ζωή (мог что-нибудь сделать в жизни = мог достичь чего-нибудь в жизни). Μα τώρα, βλέπετε, με τη λογοτεχνία (но теперь, видите ли, из-за литературы)...
Άλλοι μουρμούριζαν (другие бормотали; μουρμουρίζω ):
— Δεν κάθεται καλύτερα να διαβάσει (уж лучше бы /он/ сел да почитал: «не сел /бы/ он лучше почитать»; κάθομαι; διαβάζω ), να μορφωθεί (поучился; μορφώνομαι ), να γίνει άνθρωπος (стал человеком), μόνο θέλει να γράφει βιβλία (/а то/ только книги хочет писать)!
Μερικοί σοβαροί άνθρωποι που εκτιμούσαν άλλοτε το Φαβρίκιο λέγανε τώρα με ύφος λυπημένο:
— Αυτό το παιδί κάτι μπορούσε να κάνει στη ζωή. Μα τώρα, βλέπετε, με τη λογοτεχνία...
Άλλοι μουρμούριζαν:
— Δεν κάθεται καλύτερα να διαβάσει, να μορφωθεί, να γίνει άνθρωπος, μόνο θέλει να γράφει βιβλία!
Κι άλλοι προσθέτανε με ειρωνικό σκεπτικισμό (другие добавляли с ироничным скептицизмом; ο σκεπτικισμός ):
— Βγήκε τώρα κι αυτός να κάνει το σπουδαίο (вот и этот теперь объявился, чтобы важного из себя строить: «вышел сейчас и этот, чтобы важничать»; σπουδαίος — важный, значительный; κάνω σπουδαίο — важничать; βγαίνω ). Βγήκανε κι άλλοι πολλοί (объявлялись и многие другие) και τους είδαμε τα χάλια τους (да убогими оказались: «мы их увидели в их убогом положении»).
Κι άλλοι προσθέτανε με ειρωνικό σκεπτικισμό:
— Βγήκε τώρα κι αυτός να κάνει το σπουδαίο. Βγήκανε κι άλλοι πολλοί και τους είδαμε τα χάλια τους.
Αρκετοί μιλούσανε γι’ αυτόν με οργή (многие говорили о нем с гневом) και τον κατηγορούσανε δυνατά (и обвиняли его громко; κατηγορώ ) για τη φαυλότητα (в порочности), τον αριβισμό (авантюризме; ο αριβισμός ) και την κακοήθεια του χαρακτήρα του (и бессовестности его характера; ο χαρακτήρας ). Και κείνοι που άκουγαν τις αυστηρές κρίσεις (а те, кто слышал /эти/ строгие суждения; η κρίση ) έτρεχαν αμέσως (бежали тотчас; τρέχω ) και τα επαναλάμβαναν όλα στο Φαβρίκιο (и повторяли все Фаврикию; επαναλαμβάνω ) με το νι και με το σίγμα (в подробностях: «с ни и с сигмой»):
Читать дальше