Οι τοίχοι αυτής της αλλόκοτης αίθουσας ήταν άτρωτοι γιατί εκτός από το στερεότατο διακοσμητικό στοιχείο, ήταν επενδυμένοι από πάνω μέχρι κάτω με καθρέφτες, καθρέφτες αρκετά παχείς ώστε να μην κινδυνεύουν από την οργή του δυστυχισμένου που έριχναν εκεί μέσα και που για κάθε ενδεχόμενο, φρόντιζαν να μη φορά τίποτα στα χέρια και στα πόδια του.
Δεν υπήρχε κανένα έπιπλο. Το ταβάνι ήταν φωτεινό. Ένα ιδιοφυές σύστημα ηλεκτρικής θέρμανσης που από τότε πολλοί μιμήθηκαν, επέτρεπε την αύξηση της θερμοκρασίας των τοίχων κατά βούληση, έτσι ώστε η αίθουσα να έχει την επιθυμητή ατμόσφαιρα…
Αναφέρω όλες αυτές τις λεπτομέρειες μιας εντελώς φυσιολογικής εφεύρεσης, που δίνει ένα εντελώς υπερφυσικό αποτέλεσμα, (μερικά ζωγραφισμένα κλαδιά αρκούν για να προκαλέσουν την ψευδαίσθηση ενός τροπικού δάσους που καίγεται από τον ήλιο του Ισημερινού), για να μην μπορέσει κανένας να αμφισβητήσει την πνευματική μου υγεία, για να μην μπορέσει κανένας να πει: «Αυτός ο άνθρωπος τρελάθηκε» ή «αυτός ο άνθρωπος λέει ψέματα» ή «αυτός ο άνθρωπος μας περνά για ηλίθιους» [13] Την εποχή που ο Πέρσης τα έγραφε αυτά, είχε απόλυτη ανάγκη να γίνει πιστευτός. Σήμερα, που όλος ο κόσμος τις ξέρει τέτοιου είδους αίθουσες οι προσπάθειες του να πείσει μοιάζουν περιττές.
.
Αν είχα διηγηθεί το τι συνέβη, έτσι:
«Όταν κατεβήκαμε στο βάθος ενός υπογείου βρεθήκαμε σ' ένα τροπικό δάσος που το 'καιγε ο ήλιος του Ισημερινού», θα είχα προκαλέσει ένα ωραίο εφέ αιφνιδιασμού του αναγνώστη, πράγμα όμως που δε μ' ενδιέφερε καθόλου. Δε μ' ενδιαφέρει η δημιουργία κάποιου εφέ αφού, γράφοντας αυτές τις γραμμές, έχω ως στόχο να μάθει ο κόσμος το τι ακριβώς συνέβη στον κύριο υποκόμη ντε Σανιύ και σε μένα στη διάρκεια μιας τρομερής περιπέτειας που αργότερα απασχόλησε τη γαλλική δικαιοσύνη.
Συνεχίζω τώρα από το σημείο που είχα σταματήσει.
Όταν φωτίστηκε το ταβάνι και φάνηκε γύρω μας το δάσος, η έκπληξη του υποκόμη ήταν αφάνταστη. Η εμφάνιση αυτού του αδιαπέραστου δάσους που τα δέντρα του, οι αμέτρητοι κορμοί και τα αμέτρητα κλαδιά του μας περιτριγύριζαν ως το άπειρο, τον είχε κυριολεκτικά συντρίψει. Πέρασε τα χέρια του πάνω απ' το μέτωπό του, λες για να διώξει ένα κακό όνειρο και τα μάτια του ανοιγόκλεισαν λες και μόλις είχε ξυπνήσει και δυσκολευόταν να συνειδητοποιήσει τι γίνεται γύρω του. Νομίζω πως για μια στιγμή δεν μπορούσε ν' ακούσει τίποτα!
Έχω ήδη πει πως η εμφάνιση του δάσους δε μ' αιφνιδίασε καθόλου. Εξακολουθούσα ν' ακούω τι συνέβαινε στο διπλανό δωμάτιο. Η προσοχή μου ήταν στραμμένη λιγότερο στο ντεκόρ και περισσότερο στον καθρέφτη που το αναπαρήγαγε. Σε μερικά σημεία, αυτός ο καθρέφτης ήταν ραγισμένος.
Πράγματι, είχε μερικά ραγίσματα. Είχαν κατορθώσει να τον ραγίσουν παρά τη γερή του κατασκευή κι αυτό μου αποδείκνυε πως η αίθουσα βασανιστηρίων στην οποία βρισκόμασταν είχε ήδη χρησιμοποιηθεί!
Κάποιος δυστυχισμένος, που τα χέρια και τα πόδια του δεν είχαν γυμνωθεί εντελώς, όπως συνέβαινε με τους καταδικασμένους των Ρόδινων Ωρών του Μαζεντεράν, είχε ζήσει αυτήν τη «θανάσιμη παραίσθηση» και τρελός από θυμό είχε χτυπήσει τους καθρέφτες που, όμως, παρά τα ραγίσματα τους, εξακολουθούσαν να καθρεφτίζουν την αγωνία του! Και το κλαδί του δέντρου όπου έδωσε τέλος στο μαρτύριό του ήταν τοποθετημένο έτσι ώστε όταν κρεμάστηκε θα πρέπει να 'βλέπε τριγύρω του χίλιους κρεμασμένους!
Ναι! Ναι! Ο Ζοζέφ Μπικέ είχε περάσει από δω!…
Άραγε θα πεθαίναμε κι εμείς όπως κι αυτός;
Δεν το πίστευα, γιατί ήξερα πως είχαμε ακόμη μερικές ώρες στη διάθεσή μας που θα μπορούσα να εκμεταλλευτώ, πράγμα που ο Ζοζέφ Μπικέ δεν ήταν σε θέση να κάνει.
Ήξερα πολύ καλά τα περισσότερα από τα κόλπα του Ερίκ. Τώρα είχε έρθει η ώρα να χρησιμοποιήσω τις γνώσεις μου.
Καταρχή, δε σκεφτόμουν πια καθόλου να γυρίσουμε πίσω από το πέρασμα που μας είχε οδηγήσει σ' αυτήν την καταραμένη αίθουσα. Δε σκεφτόμουν καθόλου να προσπαθήσω να ανοίξω την πέτρα από μέσα. Ο λόγος ήταν απλός: Δεν μπορούσα να το κάνω!… Στην αίθουσα των βασανιστηρίων βρεθήκαμε αφού πηδήξαμε από πολύ ψηλά κι έτσι, τώρα πια, δεν υπήρχε τρόπος ν' ανεβούμε τόσο ψηλά, δεν υπήρχε κανένα αντικείμενο τόσο ψηλό· ούτε το κλαδί του δέντρου, ούτε οι ώμοι μας ήταν αρκετά ψηλοί για να τα καταφέρουμε.
Τώρα πια, μόνο μια πιθανή διέξοδος υπήρχε: το πέρασμα που οδηγούσε στο δωμάτιο «Λουί Φιλίπ» όπου βρισκόντουσαν ο Ερίκ και η Κριστίν Ντααέ. Ενώ όμως αυτό το πέρασμα ήταν μια κανονική πόρτα, από την άλλη μεριά του τοίχου, από τη δική μας μεριά, ήταν αόρατο… Έπρεπε λοιπόν να προσπαθήσουμε ν' ανοίξουμε αυτήν την πόρτα δίχως να ξέρουμε πού βρίσκεται, πράγμα που δεν ήταν και πολύ εύκολο.
Читать дальше