Η σημασία του συναισθηματικού κόσμου που παίζει έναν αντικειμενικό ρόλο στο πώς αισθανόμαστε, είναι περισσότερο ένα απλό αντανακλαστικό του ίδιου μας του εαυτού, μιας που τα αρνητικά συναισθήματα όταν έρθουν, αρκούν για να μας αρρωστήσουν όταν εκείνα παραλύουν.
Τα εσωτερικά συναισθήματα ενεργοποίησης όπως εκείνο της ευφορίας, της οργής διεγείρουν πολύ τον οργανισμό, τροποποιώντας το βασικό επίπεδό χαλάρωσής του, κάνοντάς τον να σκέφτεται και να συμπεριφέρεται με διαφορετικό τρόπο απ΄ ότι θα έκανε συνήθως. Με τον ίδιο τρόπο τα αισθήματα της απενεργοποίησης όπως ο πόνος ή η θλίψη μειώνουν την δραστηριότητα του οργανισμού, τροποποιώντας τις σκέψεις και την συμπεριφορά.
Τροποποιήσεις στην ενεργητικότητα ή την παθητικότητα μπορούν να προκαλέσουν αλλαγές στα επίπεδα του άγχους, της αναπνοής, του φόβου και της μυϊκής οξύτητας, τα οποία με τη σειρά τους έχουν επίδραση στον κύκλο του ύπνου ή στο ανοσοποιητικό σύστημα, μεταξύ άλλων. Γι΄αυτό, όσον αφορά κάτι με παροδική διάρκεια δεν θα έχει μεγάλες συνέπειες, όμως εάν αυτά τα συναισθήματα παραμείνουν για μεγαλύτερο διάστημα μπορούν να προκαλέσουν ψυχοσωματικά προβλήματα.
Έτσι, μια κατάσταση ψυχολογικού πόνου ή κατάθλιψης, μπορεί να αποτελέσει έναυσμα για τυπικές αγχώδης καταστάσεις, που φυσιολογικά θα χαρακτηρίζονταν από μια κατάσταση πτώσης, πολύ κοντά σε αυτή της μελαγχολίας με αναπνοή βιαστική και αργή, υπερευαισθησία στα εξωτερικά ερεθίσματα, όπως το φως, οι ήχοι αλλά και ο πόνος, κάνοντάς μας να τα αισθανόμαστε πιο έντονα, δηλαδή πιο ευαίσθητους σε οποιοδήποτε πιο επιθετικό εξωτερικό ερέθισμα. Χάνεται επίσης το ενδιαφέρον για οποιαδήποτε φυσική δραστηριότητα, προβάλλοντας ένα μυϊκό τόνο παρηκμασμένο και υποτονικό.
Ο ύπνος αναισθητοποιείται από τα αισθήματα της ενοχής και της ματαιότητας που συνοδεύουν τέτοιες καταστάσεις, με αναμνήσεις που αφορούν τις καταστάσεις που ενεργοποίησαν αυτόν τον πόνο ή την κατάθλιψη, με μια «νοητική επανάληψη», επαναλαμβάνουν, δηλαδή, ξανά και ξανά τις ίδιες αρνητικές σκέψεις. Όλο αυτό δεν επιτρέπει σε κάποιον να κοιμηθεί καλά, επηρεάζοντας την ποσότητα και την ποιότητα του ύπνου και εκτός των άλλων μειώνει την λειτουργεία του ανοσοποιητικού συστήματος το οποίο δεν μπορεί να αντιληφθεί τις λειτουργίες του κατά τη διάρκεια της νύχτας. Σε περιπτώσεις έχει πολύ μεγάλη διάρκεια, θα εμπλέξει όλα τα μέρη του οργανισμού αρχίζοντας από το ανοσοποιητικό σύστημα. Ένα συναίσθημα ενεργοποίησης όπως αυτό της ευφορίας ή της οργής θα εκφραστεί με υψηλά ποσοστά άγχους, το οποίο θα μετασχηματιστεί σε μια λανθάνουσα πνευματική διαύγεια, η οποία μεταφράζεται σε «τώρα καταλαβαίνω τα πάντα» και που κάνει το άτομο να πάρει οποιαδήποτε απόφαση χωρίς να κάνει λάθος. Σε αυτές τις καταστάσεις δημιουργείται υπεραερισμός, αυξάνονται τα ποσοστά του οξυγόνου στο αίμα, με μια συνεχώς αυξανόμενη και βιαστική αναπνοή και τότε είναι που πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή: χάνονται πολλές πληροφορίες οι οποίες υπό φυσιολογικές ψυχικές συνθήκες μπορούν να αποδειχτούν ενδιαφέρουσες. Απομακρύνεται όλο αυτό που δεν είναι ο «πραγματικός στόχος» με ελάττωση της ευαισθησίας στον πόνο, τόσο σωματικό όσο και ψυχολογικό και μια υπερδιέγερση στην μυϊκή οξύτητα, εκείνη που δίνει χώρο στο να μην «ακινητοποιείται» και πρέπει συνεπώς να είναι σε θέση να κινείται από το ένα μέρος στο άλλο.
Έχοντας υψηλά επίπεδα άγχους, είναι καταδικασμένη η ποιότητα και η ποσότητα του ύπνου, χάρη στην υπερδραστηριότητα που μειώνει την δυνατότητα να «δουλέψει» το ανοσοποιητικό σύστημα και με αυτό η ανάκαμψη από τα τραύματα, εμπλέκοντας επίσης και την διαδικασία της μάθησης.
Εάν διατηρηθεί αυτή η κατάσταση, διευκολύνονται οι μολύνσεις εξαιτίας ενός αδύναμου ανοσοποιητικού συστήματος, και έτσι θα δημιουργηθεί μια προοδευτική εξασθένηση των πηγών του οργανισμού, χάρη στα υψηλά επίπεδα άγχους και συνεπώς στην αύξηση της χοληστερίνης του αίματος.
Και γι’ αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η ευτυχία δεν πρέπει να είναι μια μόνιμα «ατροφική» ψυχική κατάσταση του ατόμου, εφόσον θα επέσυρε με τον ίδιο τρόπο αρνητικές συνέπειες στην υγεία χάρη στην υπερδραστηριότητα του οργανισμού.
Μια «υγιής ευτυχία» θα μπορούσε να είναι μια μόνιμη ψυχική κατάσταση, μέσα στην οποία το άτομο θα μπορούσε να απολαύσει και να ζήσει, αλλά επίσης να επιτρεπόταν να γυρίσει στο βασικό επίπεδο, στο οποίο ο οργανισμός θα μπορούσε να ανακάμψει από αυτό το συναίσθημα για να άγει μια «φυσιολογική» ζωή.
Читать дальше