Ας φροντίσουμε λοιπόν να δώσουμε καρπούς αντάξιους της μετάνοιας, για να μην αποκλειστούμε από τη χαρά εκείνη και ριχθούμε στο αιώνιο σκοτάδι, όπου η οδύνη είναι αβάσταχτη.
Να, μπες, αν θέλεις, στον κοιτώνα σου, κλείσε πόρτες και παράθυρα, φράξε κι όλες τις χαραμάδες που βάζουν φως, και μετά κάθισε εκεί μέσα. Τότε θα καταλάβεις πόσο βασανιστικό είναι το σκοτάδι. Έ, λοιπόν, αν τόσο βασανίζεσαι εδώ, μολονότι κάθεσαι ήσυχος, χωρίς πόνους και μαρτύρια, και μολονότι έχεις τη δυνατότητα να βγεις μετά από λίγο στο φως, πόση άραγε οδύνη νομίζεις ότι θα έχει εκείνο το πηχτό σκοτάδι, όπου, όσοι μια για πάντα ρίχθηκαν, θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους και θα τιμωρούνται αιώνια από την άσβηστη φωτιά (Ματθ. 8:12, 13:42, 50);
Ας σκεφτούμε, επιπλέον, και πόση ντροπή θα νιώσουμε πριν ακόμα πάμε στην κόλαση, όταν από τη μια θα δούμε τους αγίους να ντύνονται την ολοφώτεινη και απερίγραπτη εκείνη στολή, πού έφτιαξαν οι ίδιοι με τα καλά τους έργα, κι από την άλλη θα βλέπουμε τους εαυτούς μας όχι μόνο γυμνούς απ' αυτή την αστραφτερή δόξα, μα και μελανιασμένους και ζοφερούς και βρωμερούς, έτσι όπως ετοιμαστήκαμε από εδώ με τα σκοτεινά έργα και τη σπατάλη και την ασωτία μας.
Ας κλάψουμε λοιπόν ενώπιον του Κυρίου και Θεού μας, για να βρούμε το έλεός Του.
Ο αγώνας μας δεν γίνεται για χρήματα, πού, κι αν τα χάσει κανείς, μπορεί πάλι ν' αποκτήσει άλλα στη θέση τους. Ο κίνδυνος είναι για την ψυχή μας, πού, αν τη χάσουμε, δεν μπορούμε πια να την ξαναβρούμε, σύμφωνα μ' αυτό που έχει γραφτεί: «Τι ωφελείται άνθρωπος εάν τον κόσμον όλον κερδήση, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθή; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;» (Ματθ. 16:26).
Ας συλλογιστούμε μόνο, πώς οι στρατιώτες της κοσμικής εξουσίας, αν και παίρνουν τιποτένια δώρα από το βασιλιά, όμως κινδυνεύουν πρόθυμα ως το θάνατο για χάρη του. Πόσο περισσότερο λοιπόν εμείς, πού πήραμε τέτοιες διαβεβαιώσεις (από το Θεό), οφείλουμε να μην παραμελούμε την εργασία της αρετής, για να σωθούμε από τη μέλλουσα κρίση και να κερδίσουμε τα άρρητα αγαθά;
Αλλά ας αναλογιστούμε και τούτο: Τον καύσωνα του ήλιου ή την ένταση του πυρετού δεν μπορούμε να τα υποφέρουμε. Πώς τότε θα σηκώσουμε το κάψιμο της αιώνιας φωτιάς, πού καίει ακατάπαυστα και χωρίς να καταστρέφει εκείνο που καίει;
Κι αν θέλεις, αγαπητέ μου, κάνε μια δοκιμή από τώρα με την υλική φωτιά, και θα καταλάβεις, πόσο ανυπόφορο είναι εκείνο το μαρτύριο. Αναψε δηλαδή το λυχνάρι και βάλε πάνω στη φλόγα την άκρη του δαχτύλου σου. Αν μπορείς να βαστάξεις τον πόνο, ίσως μπορέσεις ν' αντέξεις κι εκεί. Αν όμως δεν μπορείς να υποφέρεις τους πόνους απ' αυτό το μικρό κάψιμο, τι θα κάνεις όταν το σώμα σου ολόκληρο θα ριχθεί μαζί με την ψυχή σ' εκείνη τη φοβερή και άσβηστη φωτιά;
Είπε κάποιος γέροντας:
- Μην απορείς πού, αν και άνθρωπος, μπορείς να γίνεις άγγελος.
Γιατί κι εμάς αγγελική δόξα μας περιμένει. Αυτήν όμως ο αγωνοθέτης (Χριστός) την υπόσχεται σ' εκείνους πού αγωνίζονται.
Είπε ο αββάς Υπερέχιος:
- Να έχεις παντοτινά το νου σου στη βασιλεία των ουρανών, και εύκολα θα την κληρονομήσεις.
Οι θεοφιλείς γονείς όχι μόνο χαίρονται, αλλά και προτρέπουν τα παιδιά τους να υπομένουν πειρασμούς για τον Κύριο και κινδύνους για την αρετή.
Από το μαρτύριο των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων
Οι άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες βρίσκονταν στο στάδιο της αθλήσεως. Το πρωί, μετά την ολονύκτια ορθοστασία τους μέσα στη λίμνη και την αλύγιστη καρτερικότητά τους στην αβάσταχτη παγωνιά, τους τραβούσαν στην ακρολιμνιά για να τους συντρίψουν τα πόδια με ρόπαλα.
Η μητέρα ενός απ' αυτούς έμενε εκεί δίπλα τους, όσο βασανίζονταν, παρατηρώντας το γιο της. Αυτός ήταν, βλέπετε, πιο νέος απ' όλους στην ηλικία, και η μητέρα του φοβόταν μήπως τα νιάτα και η αγάπη στη ζωή τον κάνουν κάποια στιγμή να δειλιάσει και να φανεί έτσι ανάξιος της στρατιωτικής ιδιότητος και τιμής. Στεκόταν λοιπόν και τον παρακολουθούσε προσεκτικά, με τη στάση και το βλέμμα της, και του έδινε θάρρος, τεντώνοντας προς το μέρος του τα χέρια της και λέγοντας:
- Παιδί μου γλυκύτατο! Του ουράνιου Πατέρα πια παιδί! Κάνε λίγη ακόμα υπομονή, και θα γίνεις τέλειος! Μη φοβηθείς τα βασανιστήρια. Γιατί, δες, σου παραστέκεται βοηθός ο Χριστός. Καμιά πίκρα, καμιά ταλαιπωρία δεν θα σε βρει πια. Όλ' αυτά πέρασαν. Τά 'χεις όλα νικήσει με τη γενναιότητά σου. Από δω και πέρα χαρά, ηδονή, άνεση, ευφροσύνη. Αυτά θα γευθείς, βασιλεύοντας μαζί με το Χριστό και πρεσβεύοντας σ' Εκείνον και για μένα, πού σε γέννησα.
Читать дальше