– Ιδού δε τώρα κατά ποίον τρόπον σχηματίζεται· συμβαίνει ο νέος μας να έχη πατέρα κατοικούντα εις πόλιν κακώς κυβερνωμένην, ο οποίος αποφεύγει τας τιμάς και τα αξιώματα και όλας τας ενοχλήσεις που συνεπάγουν και προτιμά να μην έχη καμμίαν θέσιν εις την πόλιν, φθάνει να έχη εξησφαλισμένην την ησυχίαν του. – Λοιπόν πώς διαπλάσσεται ο χαρακτήρ του υιού; – Ακούει εν πρώτοις την μητέρα του να δυσανασχετή και να παραπονήται διαρκώς, διότι ο σύζυγός της δεν είναι από τους επισήμους και δι' αυτό δεν έχει και αυτή καμμίαν κοινωνικήν σειράν μεταξύ των άλλων γυναικών, διότι τον βλέπει να μη φροντίζη καθόλου να αυξήση την περιουσίαν του και να προτιμά να υφίσταται ανάνδρως κάθε ζημίαν των συμφερόντων του, παρά να έχη ανακατώματα και διαφοράς εις τα δικαστήρια, να ενασχολήται μόνον περί του εαυτού του, να δεικνύη δε τελείαν αδιαφορίαν περί αυτής· καθημερινώς λοιπόν την ακούει να επαναλαμβάνη και να λέγη, ότι ο πατέρας του δεν είναι άνδρας, ότι δεν είναι καμμιά προκοπή από αυτόν, και όλα τα τέτοια που συνηθίζουν να ψάλλουν αι γυναίκες εις αυτάς τας περιστάσεις. – Αυτό το έχουν πραγματικώς αι γυναίκες, είπεν ο Αδείμαντος. – Γνωρίζεις δε ακόμη ότι και οι υπηρέται της οικίας, θέλοντες να δείξουν ζήλον και ενδιαφέρον διά τον υιόν του κυρίου των, του ομιλούν ενίοτε κρυφίως με την ιδίαν γλώσσαν, και όταν παραδείγματος χάριν βλέπουν, ότι ο πατέρας του δεν έρχεται εις βοήθειάν του, ή διά να πληρώση κανένα του χρέος, ή διά να ξεμπλέξη από καμμιά βρωμοδουλειά, τον συμβουλεύουν και τον παρακινούν, όταν μεγαλώση, να κυνηγά τους εχθρούς του και να μην αφήνη να του πατούν το δίκιο και να είναι περισσότερον άνδρας από τον πατέρα του· και όταν εξέρχεται έξω όλο τα ίδια ακούει, και βλέπει ότι, όσοι περιορίζονται εις το έργον των, θεωρούνται ηλίθιοι και παραγκωνίζονται, ενώ όσοι κάθε άλλο κυττάζουν παρά την δουλειάν των, τιμώνται και δοξάζονται. Τότε λοιπόν ο νέος, όσον από το ένα μέρος βλέπει και ακούει αυτά, από το άλλο όμως πάλιν ακούει τους λόγους του πατέρα του και βλέπει πόσον η διαγωγή του και ο τρόπος του διαφέρει από τους άλλους, αισθάνεται τον εαυτόν του να τον τραβούν και από τα δύο μέρη, διότι ενώ ο πατέρας του καλλιεργεί και ενισχύει το λογιστικόν μέρος της ψυχής του, οι άλλοι απεναντίας του εξάπτουν το επιθυμητικόν και το θυμοειδές· και επειδή το φυσικόν του δεν είναι κακόν, αλλά απλώς έχει παρασυρθή από κακάς συναναστροφάς, ελκόμενος και από τα δύο μέρη, καταντά να πάρη τον μέσον δρόμον και να παραδώση πάσαν επί του εαυτού του εξουσίαν εις το θυμοειδές και φιλόνεικον μέρος της ψυχής του, το οποίον επίσης είναι το μέσον μεταξύ του λογιστικού και του επιθυμητικού· και τοιουτοτρόπως έγινεν άνθρωπος φιλόδοξος και υψηλόφρων. – Μου φαίνεται ότι πολύ καλά εξήγησες την γένεσιν αυτού του χαρακτήρος. – Έχομεν λοιπόν το δεύτερον είδος του πολιτεύματος και του ανθρώπου; – Το έχομεν. – Κατόπιν από αυτόν, δεν θα μεταβώμεν, καθώς λέγει ο Αισχύλος, εις «άλλον τώρα σ' άλλη κληρωμένο πόλη»( 2 2 Ο στίχος του Αισχύλου είναι: λέγε άλλον τώρα σ' άλλες κληρωμένο πύλες. Επτ. Θήβ. σελ. 24 ημετέρας μεταφράσεως εκδ. Φέξη.
) ή μάλλον πρώτα εις άλλο πολίτευμα, διά να ακολουθήσωμεν την τάξιν; – Εννοείται. – Το πολίτευμα που έρχεται, καθώς νομίζω, κατόπιν είναι η ολιγαρχία. – Και ποίαν μορφήν του πολιτεύματος ονομάζεις ολιγαρχίαν; – Το πολίτευμα το οποίον στηρίζεται επί της περιουσίας των πολιτών και εις το οποίον λαμβάνουν μέρος μόνον οι πλούσιοι, αποκλείονται δε οι πτωχοί. – Ενόησα. – Λοιπόν δεν πρέπει πρώτον να ειπούμεν πώς γίνεται η μετάβασις από την τιμοκρατίαν εις την ολιγαρχίαν; – Ναι. – Και τυφλός όμως το βλέπει, υποθέτω, πώς γίνεται. – Πώς; – Ο χρυσός ο συσσωρευόμενος εις τα ιδιωτικά ταμεία των πολιτών, είναι εκείνος που επιφέρει την καταστροφήν του πολιτεύματος· διότι πρώτον μεν δημιουργούν δαπάνας δια τους εαυτούς των και επομένως παραχαράττουν τον νόμον και αυτοί και αι γυναίκες των. – Φυσικά. – Έπειτα, νομίζω, το παράδειγμα αυτών ωθεί και τους άλλους να τους μιμηθούν και δεν αργούν να γίνουν όλοι οι ίδιοι. – Βεβαίως. – Ακολούθως το πάθος του χρηματισμού τους κυριεύει ολοένα και περισσότερον, και όσο δίδουν μεγαλυτέραν εκτίμησιν εις τον πλούτον, τόσον εκπίπτει η αξία της αρετής· διότι πραγματικώς η αρετή και ο πλούτος δεν έχουν τοιαύτην διαφοράν μεταξύ των, ώστε αν τα βάλωμεν εις τας δύο πλάστιγγας του ζυγού, όσον ανεβαίνει το ένα τόσον θα κατεβαίνη το άλλο; – Και βέβαια. – Ώστε εφ' όσον τιμώνται εις την πόλιν τα πλούτη και οι πλούσιοι, επί τοσούτον θα περιφρονούνται η αρετή και οι χρηστοί άνθρωποι. – Αυτό είναι φανερόν. – Επιδιώκεται όμως πάντοτε ένα πράγμα που το εκτιμούν, απεναντίας δε παραμελείται εκείνο που περιφρονούν. – Έτσι είναι. – Ώστε από φιλόδοξοι και φιλότιμοι που ήσαν εις την τιμοκρατίαν, καταντούν εις το τέλος να γίνουν φιλοχρήματοι και άπληστοι, και τον μεν πλούσιον εγκωμιάζουν και θαυμάζουν και ανυψώνουν εις τα αξιώματα του κράτους, τον δε πτωχόν περιφρονούν. – Αναμφιβόλως.
Читать дальше